Armagideon Time - The Clash - London 1979

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Το μεγάλο ευρωπαϊκό ξεπούλημα


Το μεγάλο ευρωπαϊκό ξεπούλημα







































Σε όλη την Ευρώπη βγαίνει στο σφυρί δημόσια περιουσία, στον μεγαλύτερο πλειστηριασμό όλων των εποχών. Περιουσιακά στοιχεία που έχουν δημιουργηθεί με το μόχθο των εργαζόμενων επί δεκαετίες πουλιούνται έναντι πινακίου φακής, στο πλαίσιο των περικοπών και υπό το πρόσχημα των δημοσίων χρεών.  Η γιγαντιαία επιχείρηση ιδιωτικοποίησης, υπό το κλίμα της μιντιακής τρομοκρατίας περί χρέους και πτωχεύσεων,  καθοδηγείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις εθνικές κυβερνήσεις μεταφέροντας στην τάξη των μεγαλοεπιχειρηματιών και των κεφαλαιούχων περιουσιακά στοιχεία και κοινωνικές υποδομές μεγάλης αξίας. Τα ενδεικτικά απλώς στοιχεία δημοσιεύτηκαν στη βρετανική εφημερίδα Independent στις 18/2.

Ιρλανδία
Δάση, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, μια αεροπορική εταιρία και το Δημόσιο Ιπποφορβείο

Η ιρλανδική κυβέρνηση ξεπουλάει πλήθος δημοσίων περιουσιακών στοιχείων ανάμεσα στα οποία τη δημόσια επιχείρηση φυσικού αερίου, την αεροπορική εταιρία Aer Lingus, την δασική εταιρία Coillte και το φημισμένο Δημόσιο Ιπποφορβείο (αξίας σχεδόν €1 δισ.). Η Bord Gais, η εταιρία φυσικού αερίου, έχει αποτιμηθεί σε €2.5 δισ. Το υπουργείο Μεταφορών επιβεβαίωσε την περασμένη εβδομάδα ότι υπάρχει “έντονο ενδιαφέρον” για το μερίδιο του δημοσίου στηνAer Lingus, αξίας 123 δισ. ευρώ.

 Πορτογαλία
Ενεργειακές υποδομές

Μία από τις χώρες που ξεπούλησε στα γρήγορα. Το πορτογαλικό ενεργειακό δίκτυο κατέχεται σήμερα εν μέρει από τους Κινέζους και εν μέρει από την Oman Oil. Πουλήθηκε έναντι €592 εκατ. Η κινεζική Three Gorges Corporation αγόρασε έναντι 8 δισ. ευρώ το 21% της Energias de Portugal,της δημόσιας εταιρίας ενέργειας.

Ηνωμένο Βασίλειο
Πρεσβείες, κρατικά κτίρια, στρατιωτικός εξοπλισμός

Σχεδιάζεται να πουληθούν εκατοντάδες πρεσβείες και σπίτια που έχει στην ιδιοκτησία του το Φόρεϊν Όφις σε όλες τις χώρες του κόσμου, συνολικής αξίας £240 εκατ.
Στη Βρετανία, πωλείται το Αψιδωτό Ναυαρχείο, ένα εμβληματικό κτίριο του Λονδίνου, έναντι £75 εκατ. Θα μετατραπεί σε ξενοδοχείο. Επίσης οι Υπηρεσίες Εναέριας Κυκλοφορίας, το κέντρο τηλεόρασης του BBC. Αυτά πλέον των ιδιωτικοποιήσεων στους σιδηροδρόμους και σε σε άλλες δημόσιες υποδομές.
Το υπουργείο Άμυνας πουλά τους στρατώνες Deepcut – και στρατιωτικό εξοπλισμό. 72 τζετ Harrier πουλήθηκαν πρόσφατα στις ΗΠΑ, στον πλειστηριασμό βγήκε επίσης το αεροπλανοφόρο HMS Ark Royal (αναμένεται άμεσα η απόφαση για την πώλησή του). Άλλες παρόμοιες πωλήσεις περιλαμβάνουν ελικόπτερα, αυτοκίνητα Land-Rovers και πολυτελή ρολόγια.

Ισπανία
Δημόσιες υποδομές (και το μετρό της Μαδρίτης)

Στην Ισπανία σχεδιαζόταν  η μερική ιδιωτικοποίηση του εθνικού λαχείου, αλλά απορρίφθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο λόγω του χαμηλού αγοραίου αντιτίμου.Η ισπανική κυβέρνηση προτίθεται να πουλήσει την εταιρία ύδρευσης της Μαδρίτης για 3,5 εκατ. ευρώ, και το Κανάλι Ισαβέλα ΙΙ. Το μετρό , αξίας 2 δισ. ευρώ, είναι επίσης προς πώληση.

Φιλανδία
Το σπίτι του Άι Βασίλη

Από την πανδημία ξεπουλήματος δεν γλίτωσε ούτε ο Άγιος. Η φιλανδική κυβέρνηση πούλησε το μερίδιό της –32%-- στο λαπωνικό Σάνταπαρκ σε μια εταιρία ταξιδίων, πριν από δύο χρόνια.

Γαλλία
Δημόσια ακίνητα υψηλής αξίας

Η Γαλλία πουλάει δημόσια ακίνητα εδώ και κάμποσα χρόνια. Το 2010, αναγγέλθηκε η πώληση 1.700 επιπλέον ακινήτων. Ιστορικά σατό, παρισινές αγροικίες, βασιλικά κυνηγετικά περίπτερα βγαίνουν στο σφυρί.

 Αυστρία
Άλπεις (ή υστερία του ξεπουλήματος)

Δημόσια κατακραυγή προκάλεσε η αυστριακή κυβέρνηση, όταν τον περασμένο Ιούνιο έβαλε πωλητήριο σε δύο βουνά για€121.000. Οι τοπικές αντιδράσεις στην πώληση του Rosskopf(2.600μ.) και του γειτονικού του Grosse Kinigat (2.700μτην ανάγκασαν να υποχωρήσει. Αλλά ένας υπουργός είπε ότι τα βουνά θα πουληθούν οπωσδήποτε αργότερα.

Ιταλία
Κτίρια. Παραλίες. Χρυσάφι. Τμήματα αρχαιοτήτων.

Το 2010, η κυβέρνηση άρχισε το μαζικό ξεπούλημα 9.000κτιρίων, παραλιών, οχυρών ακόμη και νησιών, εν ονόματι του δημόσιου χρέους. Η αξία τους υπολογίστηκε στα 3 δισ. στερλίνες. Δεκάδες βενετσιάνικα παλάτια πουλήθηκαν σε ξενοδόχους. Το Κολοσσαίο διατέθηκε ως διαφημιστικός χώρος. Πρόσφατα η χώρα πιέστηκε από τη Γερμανία να πουλήσει τα αποθέματά της σε χρυσό, “όσο η τιμή είναι υψηλή”.

 Λετονία
Μια ολόκληρη πόλη

Μια ολόκληρη πόλη πουλήθηκε σε πλειστηριασμό και αγοράστηκε από ρωσική εταιρία για £1.9 εκατ. το 2010. ΗSkrunda-1, κάποτε ρωσική στρατιωτική βάση, εγκαταλείφθηκε ύστερα από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Το 2010 είδαν το φως της δημοσιότητας ειδήσεις για οικογένειες που είχαν υποστεί έξωση για αστεία ποσά (200 ευρώ) και ζούσαν στα δάση.


Ντάριο Φο .. Μήνυμα προς τους αγανακτισμένους


Σ’ έναν καπιταλιστή δεν πρέπει ποτέ να λες: «αχ, σας παρακαλώ, θα μπορούσατε λιγάκι να μου κάνετε λίγο χώρο ν’ αναπνεύσω κι εγώ; Θα μπορούσατε να είστε λίγο πιο καλός, με λίγη περισσότερη κατανόηση; Ας συμφωνήσουμε…»
Όχι. Ο μόνος τρόπος για να μιλήσεις μαζί τους είναι να τους στριμώξεις στον καμπινέ, να τους χώσεις το κεφάλι μέσα στη λεκάνη και να τραβήξεις το καζανάκι. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο, ίσως με λιγότερο φανταχτερές βιτρίνες, ίσως με λιγότερες λεωφόρους, αλλά με λιγότερες λιμουζίνες, με λιγότερους απατεώνες. Τους πραγματικούς απατεώνες, αυτούς τους μισάνθρωπους με τις χοντρές κοιλιές. Κι έτσι θα είχαμε δικαιοσύνη.
Έτσι, εμείς που βγάζουμε πάντα το φίδι απ’ την τρύπα για τους άλλους, θα μπορούμε επιτέλους να σκεφτούμε και τον εαυτό μας. Να κτίζουμε σπίτια που να ανήκουν σε μας…
Να ζούμε μια ζωή που θά ‘ναι ολότελα δική μας.
Να ζούμε σαν ολοκληρωμένοι άνθρωποι τέλος πάντων.
Να ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου η επιθυμία σου να γελάσεις, ξεσπάει από μέσα σου σα γιορτή,
η επιθυμία να παίξεις και να γιορτάσεις…
κι επιτέλους να κάνεις μια δουλειά που να σ’ ευχαριστεί…
σαν κανονικοί άνθρωποι
κι όχι σαν ζώα που ζουν και υπάρχουν χωρίς χαρά και φαντασία.
Ένας κόσμος όπου μπορεί κανείς να δει ξανά ότι υπάρχει ακόμη ένας ουρανός…
τα λουλούδια που ανθίζουν…
ότι ακόμα υπάρχει άνοιξη…
και τα κορίτσια που γελούν και τραγουδούν.
Και όταν μια μέρα πεθάνεις,
δε θα πεθάνεις σα γέρος,
πεταμένος σα στιμένη λεμονόκουπα,
αλλά σαν άνθρωπος που έζησε ελεύθερος κι ευχαριστημένος μαζί με τους άλλους ανθρώπους…”

Ντάριο Φο. Μήνυμα προς αγανακτισμένους

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2012

Blue Nile...


Σλάβοι Ζίζεκ: Η εξέγερση της μισθωτής μπουρζουαζίας
























Η εξέγερση της μισθωτής μπουρζουαζίας[i],
Πώς έγινε ο Μπιλ Γκέιτς [Bill Gates] ο πλουσιότερος άνθρωπος στις ΗΠΑ; Ο πλούτος του δε
σχετίζεται με το κόστος παραγωγής των προϊόντων της Microsoft: δεν είναι αποτέλεσμα
παραγωγής λογισμικού σε χαμηλότερες τιμές από τους ανταγωνιστές του ή πιο επιτυχημένης
“εκμετάλλευσης” των εργαζομένων του (η Microsoft πληρώνει τους διανοητικά εργαζόμενούς της
ένα σχετικά υψηλό μισθό). Αν ήταν έτσι, η Microsoft θα είχε χρεοκοπήσει εδώ και πολύ καιρό: οι
άνθρωποι θα επέλεγαν ελεύθερα λογισμικά όπως το Linux, που είναι το ίδιο καλό ή και καλύτερο
από τα προϊόντα της Microsoft. Εκατομμύρια άνθρωποι αγοράζουν ακόμα το λογισμικό της
Microsoft, επειδή η ίδια έχει επιβληθεί σαν ένα σχεδόν καθολικό πρότυπο, πρακτικά
μονοπωλώντας το πεδίο, ενσάρκωση αυτού που ο Μαρξ αποκαλούσε “γενική διάνοια” ,
εννοώντας τη συλλογική γνώση σε όλες τις μορφές, από την επιστήμη ως την πρακτική
τεχνογνωσία. O Γκέιτς ιδιωτικοποίησε ουσιαστικά μέρος της γενικής διάνοιας και έγινε πλούσιος
από την ιδιοποίηση του μισθώματος που επακολούθησε.
Το ενδεχόμενο ιδιωτικοποίησης της γενικής διάνοιας ήταν κάτι που ο Μαρξ ποτέ δεν προέβλεψε
στα γραπτά του για τον καπιταλισμό (εν πολλοίς επειδή παρέβλεπε την κοινωνική διάσταση του
ζητήματος). Κι όμως, αυτό το ζήτημα είναι στον πυρήνα των σύγχρονων αγώνων σχετικά με την
πνευματική ιδιοκτησία: ο ρόλος της γενικής διάνοιας – βασισμένος στην συλλογική γνώση και την
κοινωνική συνεργασία- έχει αυξηθεί στο μετά-βιομηχανικό καπιταλισμό, έτσι που ο πλούτος
συσσωρεύεται εντελώς δυσανάλογα σε σχέση με την εργασία που χρησιμοποιήθηκε για την
παραγωγή του. Το αποτέλεσμα δεν είναι, όπως ο Μαρξ φαίνεται να είχε προβλέψει, η αυτο-
διάλυση του καπιταλισμού, αλλά η σταδιακή μετατροπή του κέρδους που παράγεται από την
εκμετάλλευση της εργασίας, στην ιδιοποίηση του μισθώματος από την ιδιωτικοποίηση της
γνώσης.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα φυσικά αποθέματα, η αξιοποίηση των οποίων είναι μια από τις κύριες
πηγές μισθώματος στον κόσμο. Επακόλουθο είναι μια μόνιμη πάλη για το ποιος λαμβάνει το
μίσθωμα: οι πολίτες του τρίτου κόσμου ή οι δυτικές επιχειρήσεις. Είναι ειρωνικό ότι στην εξήγηση
της διαφοράς ανάμεσα στην εργατική δύναμη (που κατά τη χρήση της παράγει υπεραξία) και σε
άλλα εμπορεύματα (που καταναλώνουν όλη την αξία στη χρήση τους) ο Μαρξ δίνει το
παράδειγμα του πετρελαίου σαν ένα “συνηθισμένο” εμπόρευμα. Κάθε προσπάθεια που γίνεται
να συνδεθεί η άνοδος και η πτώση στην τιμή του πετρελαίου με την άνοδο ή την πτώση στο
κόστος παραγωγής ή στην τιμή της εργατικής δύναμης είναι χωρίς νόημα: το κόστος παραγωγής
είναι μηδαμινό ποσοστό της τιμής που πληρώνουμε για πετρέλαιο, μια τιμή που στην
πραγματικότητα είναι το μίσθωμα που μπορεί να διαμορφώσουν οι ιδιοκτήτες εξαιτίας των
περιορισμένων αποθεμάτων.
Μια συνέπεια της ανόδου της παραγωγικότητας, που προήλθε από την εκθετικά αυξανόμενη
επίδραση της συλλογικής γνώσης, είναι η αλλαγή του ρόλου της ανεργίας. Είναι η ίδια η επιτυχία
του καπιταλισμού (μεγαλύτερη αποδοτικότητα, αυξημένη παραγωγικότητα κτλ) που παράγει την
ανεργία, καθιστώντας όλο και περισσότερους εργάτες άχρηστους: αυτό που θα έπρεπε να είναι
ευλογία – λιγότερο αναγκαία βαριά εργασία – μετατρέπεται σε κατάρα. Ή, για να το θέσουμε
διαφορετικά, η πιθανότητα να γίνει κανείς αντικείμενο εκμετάλλευσης σε μια μακροχρόνια
δουλειά βιώνεται σαν προνόμιο. Η παγκόσμια αγορά, όπως το έθεσε ο Φρέντρικ Τζέιμσον
[Fredric Jameson], είναι τώρα “ένας χώρος στον οποίο ο καθένας έχει υπάρξει κάποια στιγμή
παραγωγικός εργαζόμενος, και στον οποίο η εργασία έχει αρχίσει παντού να αυτο-κοστολογείται
εκτός του συστήματος”[ως ασύμφορη].Στην τρέχουσα διαδικασία της καπιταλιστικής
παγκοσμιοποίησης, η κατηγορία των ανέργων δεν περιορίζεται πλέον σε αυτό που ο Μαρξ
αποκαλούσε “εφεδρικό εργατικό στρατό”[ii] : περιλαμβάνει επίσης, όπως περιγράφει ο Τζέιμσον
“τους τεράστιους πληθυσμούς ανά τον κόσμο που μοιάζουν σα να έχουν ‘πεταχτεί από την
ιστορία’, που έχουν εσκεμμένα αποκλειστεί από τα εκσυγχρονιστικά σχέδια του καπιταλιστικού
πρώτου κόσμου και καταγραφεί ως χαμένες ή ανίατες υποθέσεις”: τα αποκαλούμενα κράτη
αποτυχίες [fail states] (Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Σομαλία), θύματα της πείνας ή της
οικολογικής καταστροφής, παγιδευμένα σε ψευδο-αρχαϊκά “εθνικά μίση”, αντικείμενα
φιλανθρωπίας και ΜΚΟ ή στόχοι του “πολέμου κατά της τρομοκρατίας”. Η κατηγορία των
ανέργων λοιπόν έχει επεκταθεί για να συμπεριλάβει αχανείς ομάδες ανθρώπων, από τους
προσωρινά άνεργους, μέχρι τους μόνιμα άνεργους ή αυτούς που πλέον δεν είναι
απασχολήσιμοι, στους κατοίκους των γκέτο και των παραγκουπόλεων (όλους αυτούς που συχνά
απορρίπτονταν από τον ίδιο το Marx σαν “λούμπεν-προλεταριάτο”), και τελικά σε ολόκληρους
πληθυσμούς ή κράτη που έχουν αποκλειστεί από το παγκόσμιο καπιταλιστικό προτσές, όπως οι
κενές περιοχές σε αρχαίους χάρτες.
Κάποιοι λένε ότι αυτή η νέα μορφή καπιταλισμού παρέχει νέες χειραφετητικές δυνατότητες. Αυτή
είναι η θέση του “πλήθους” των Χαρντ [Hardt] και Νέγκρι [Negri], που προσπαθεί να
ριζοσπαστικοποιήσει το Μαρξ, που υποστήριζε ότι αν απλά κόψουμε το κεφάλι του
καπιταλισμού, θα πάρουμε σοσιαλισμό. Ο Μαρξ, όπως το βλέπουν, ήταν ιστορικά περιορισμένος
από την ιδέα της συγκεντρωτικής, αυτοματοποιημένης και ιεραρχικά οργανωμένης βιομηχανικής
παραγωγής, με αποτέλεσμα να αντιληφθεί τη “γενική διάνοια” σαν κάτι που μοιάζει με
“υπηρεσία” κεντρικού σχεδιασμού: μόνο σήμερα, με την άνοδο της “άυλης εργασίας” μια
επαναστατική ανατροπή γίνεται “αντικειμενικά δυνατή”. Η άυλη αυτή εργασία εκτείνεται μεταξύ
δύο πόλων: από την διανοητική εργασία (παραγωγή ιδεών, κειμένων, προγραμμάτων κλπ) στην
εργασία συναισθηματικής επιρροής (που γίνεται από γιατρούς, babysitters και αεροσυνοδούς).
Σήμερα, η άυλη εργασία είναι “ηγεμονική” υπό την ίδια έννοια που ο Μαρξ ισχυριζόταν ότι, στον
καπιταλισμό του 19ου αιώνα, η μεγάλης κλίμακας βιομηχανική παραγωγή ήταν ηγεμονική:
επιβάλλεται όχι αριθμητικά, αλλά επειδή παίζει τον κεντρικό, εμβληματικό, δομικό ρόλο. Αυτό που
προκύπτει είναι ένας αχανές νέο πεδίο που ονομάζεται ως “το κοινό”: διαμοιρασμένη γνώση και
νέες φόρμες επικοινωνίας και συνεργασίας. Τα προϊόντα της άυλης παραγωγής δεν είναι
αντικείμενα αλλά νέες κοινωνικές ή διαπροσωπικές σχέσεις: η άυλη παραγωγή είναι βιοπολιτική,
η παραγωγή της κοινωνικής ζωής.
Οι Χαρντ και Νέγκρι περιγράφουν εδώ τη διαδικασία που οι ιδεολόγοι του σημερινού
“μεταμοντέρνου” καπιταλισμού γιορτάζουν σαν το πέρασμα από την υλική στη συμβολική
παραγωγή, από την κεντρική-ιεραρχική λογική, στη λογική της αυτοοργάνωσης και της
πολυπολικής συνεργασίας. Η διαφορά είναι πως οι Χαρντ και Νέγκρι είναι ουσιαστικά πιστοί στο
Μαρξ: προσπαθούν να αποδείξουν ότι ο Μαρξ είχε δίκιο, ότι η άνοδος της γενικής διάνοιας είναι
μακροπρόθεσμα ασύμβατη με τον καπιταλισμό. Οι ιδεολόγοι του μεταμοντέρνου καπιταλισμού
ισχυρίζονται ακριβώς το αντίθετο: Η μαρξιστική θεωρία (και πρακτική), λένε, παραμένει εντός των
περιορισμών της ιεραρχικής λογικής ή του κεντρικού ελέγχου του κράτους και άρα δεν μπορεί να
ανταπεξέλθει στις κοινωνικές συνέπειες της πληροφοριακής επανάστασης. Υπάρχουν καλοί
εμπειρικοί λόγοι για τον ισχυρισμό αυτό: αυτό που ουσιαστικά διέλυσε τα κομμουνιστικά
καθεστώτα ήταν η αδυναμία τους να δεχθούν τη νέα κοινωνική λογική που υποστήριξε την
πληροφοριακή επανάσταση: προσπάθησαν να κατευθύνουν την επανάσταση κάνοντας την ένα
ακόμα μεγάλης κλίμακας σχέδιο κρατικού κεντρικού σχεδιασμού. Το παράδοξο είναι ότι αυτό που
οι Χαρντ και Νέγκρι γιορτάζουν σαν τη μοναδική ευκαιρία να ξεπεραστεί ο καπιταλισμός,
γιορτάζεται από τους ιδεολόγους της πληροφοριακής επανάστασης ως η άνοδος ενός νέου
καπιταλισμού, “χωρίς τριβές”.
Η ανάλυση των Χαρντ και Νέγκρι έχει μερικά αδύναμα σημεία, που μας βοηθούν να
καταλάβουμε πως ο καπιταλισμός κατάφερε να επιβιώσει αυτό που θα έπρεπε (με κλασικούς
μαρξιστικούς όρους) να είναι μια νέα οργάνωση της παραγωγής που τον καθιστούσε
παρωχημένο. Υποτιμούν την έκταση στην οποία ο σημερινός καπιταλισμός έχει επιτυχώς
(τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα) ιδιωτικοποίησει την ίδια τη γενική διάνοια, αλλά και το εύρος στο
οποίο, περισσότερο από τους αστούς, οι εργάτες έχουν γίνει περιττοί (με ολοένα και μεγαλύτερα
ποσοστά ανάμεσα τους να γίνονται όχι απλά προσωρινά άνεργοι αλλά δομικά μη
απασχολήσιμοι).
Αν το ιδανικό του παλιού καπιταλισμού περιλάμβανε έναν επιχειρηματία που επένδυε (δικό του ή
δανεισμένο) χρήμα στην παραγωγή που οργάνωνε και διηύθυνε και έπειτα καρπωνόταν το
κέρδος, ένας νέος ιδεότυπος αναδύεται σήμερα: όχι πλέον ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης, αλλά ο
ειδικός μάνατζερ (ή ένα συμβούλιο μάνατζερ υπό την προεδρία ενός CEO) που διευθύνει μια
εταιρία που ανήκει σε τράπεζες (που επίσης διευθύνονται από μάνατζερ που δεν είναι ιδιοκτήτες
της τράπεζας) ή διεσπαρμένους επενδυτές. Σε αυτό το νέο ιδεότυπο καπιταλισμού, η παλιά
μπουρζουαζία, καθιστάμενη μη λειτουργική, επαναχρησιμοποιείται σαν μισθωτό
μάνατζμεντ[διευθυντικό προσωπικό]): η νέα μπουρζουαζία παίρνει μισθούς, κι ακόμα κι αν είναι
ιδιοκτήτες μέρους της εταιρίας, κερδίζουν μετοχές σαν μέρος της ανταπόδοσης για τη δουλειά
τους (“μπόνους” για την “επιτυχία” τους).
Αυτή η νέα μπουρζουαζία ακόμα αποσπά υπεραξία, αλλά με τη (μυστικοποιημένη) μορφή αυτού
που έχει ονομαστεί “υπερ-μισθός”[iii]: πληρώνεται περισσότερο από τον προλεταριακό
“κατώτατο μισθό” (ένα συχνά μυθικό σημείο αναφοράς που το μοναδικό του πραγματικό
παράδειγμα στο σημερινό παγκόσμιο καπιταλισμό είναι ο μισθός ενός εργάτη σ’ ένα κάτεργο
στην Κίνα ή την Ινδονησία), και αυτή είναι η διαφοροποίησή του από τους κοινούς προλετάριους
που καθορίζει και τη θέση του. Ο αστός με την κλασική έννοια του όρου τείνει να εξαφανιστεί: οι
καπιταλιστές επανεμφανίζονται σαν ένα υποσύνολο των μισθωτών, σαν μάνατζερ που έχουν τα
προσόντα να κερδίζουν περισσότερα χάρη στην ανταγωνιστικότητα τους (γι’ αυτό η ψευδο-
επιστημονική “αξιολόγηση” είναι σημαντική: νομιμοποιεί τη διαφορά στις απολαβές). Πέρα απ’ το
να περιορίζεται στους μάνατζερ, η κατηγορία των εργαζομένων που κερδίζουν ένα τέτοιο υπερ-
μισθό εκτείνεται σε διαφόρων ειδών ειδικούς, διευθυντές, δημοσίους υπαλλήλους,γιατρούς,
δικηγόρους, δημοσιογράφους, διανοούμενους και καλλιτέχνες. Η “υπεραξία” που παίρνουν έχει
δύο μορφές: περισσότερα λεφτά (για μάνατζερ κτλ), αλλά επίσης λιγότερη δουλειά και
περισσότερος ελεύθερος χρόνος (για -κάποιους- διανοούμενους, αλλά και για διευθυντικά
στελέχη της κρατικής διοίκησης)
Η αξιολογητική διαδικασία που ξεχωρίζει κάποιους εργαζόμενους ώστε να λαμβάνουν υπερ-
μισθό είναι ένας αυθαίρετος μηχανισμός εξουσίας και ιδεολογίας, χωρίς σοβαρή σχέση με την
πραγματική ανταγωνιστικότητα: ο υπερ-μισθός υπάρχει για πολιτικούς και όχι οικονομικούς
λόγους: για να διατηρήσει μια “¨μεσαία τάξη” με σκοπό την κοινωνική σταθερότητα. Η αυθαιρεσία
της κοινωνικής ιεραρχίας δεν είναι ένα λάθος, αλλά ακριβώς η ουσία, με την αυθαιρεσία της
αξιολόγησης να παίζει έναν ανάλογο ρόλο με την αυθαιρεσία της επιτυχίας στην αγορά. Η βία
απειλεί να ξεσπάσει όχι όταν υπάρχει ενδεχομενικότητα στον κοινωνικό χώρο, αλλά όταν
ακριβώς γίνεται προσπάθεια αυτή να εξαλειφθεί. Στο “La Marque du Sacre”, ο Ζαν-Πιερ
Ντουπουί [Jean-Pierre Dupuy] προσλαμβάνει την ιεραρχία σαν μία από τις τέσσερις διαδικασίες
['dispositifs symboliques'] της οποίας η λειτουργία είναι να κάνει τη σχέση υπεροχής μη
εξευτελιστική: η ιεραρχία καθαυτή (μια εξωτερικά επιβαλλόμενη τάξη που μου επιτρέπει να
βιώσω την κατώτερη κοινωνική μου θέση σαν ανεξάρτητη από την εσώτερη μου αξία),
η απομυστικοποίηση (η ιδεολογική διαδικασία που καταδεικνύει ότι η κοινωνία δεν είναι
αξιοκρατική αλλά το προϊόν αντικειμενικών κοινωνικών συγκρούσεων, μου επιτρέπει να
αποφύγω το επώδυνο συμπέρασμα ότι η ανωτερότητα κάποιου άλλου είναι το αποτέλεσμα των
πλεονεκτημάτων και των επιτευγμάτων του, η ενδεχομενικότητα(ένας παρόμοιος μηχανισμός, δια
μέσω του οποίου αντιλαμβανόμαστε ότι η θέση μας στην κοινωνική κλίμακα εξαρτάται από μια
φυσική και κοινωνική λοταρία: οι τυχεροί είναι αυτοί που γεννιούνται με τα σωστά γονίδια σε
πλούσιες οικογένειες), και η πολυπλοκότητα (ανεξέλεγκτες δυνάμεις έχουν απρόβλεπτες
συνέπειες: για παράδειγμα, το αόρατο χέρι της αγοράς ίσως με οδηγήσει σε αποτυχία ενώ το
γείτονά μου σε επιτυχία, ακόμα κι αν εγώ δουλεύω πιο σκληρά και είμαι πιο έξυπνος). Αντίθετα
με το τι φαίνεται, αυτοί οι μηχανισμοί δεν ανταγωνίζονται ούτε απειλούν την ιεραρχία, αλλά την
κάνουν ευκολοχώνευτη, αφού “αυτό που πυροδοτεί την αναταραχή του φθόνου είναι η ιδέα ότι οι
άλλοι αξίζουν την καλή τους τύχη και όχι το αντίθετο-που είναι και το μόνο που μπορεί να
εκφραστεί ανοιχτά”. O Ντουπουί αντλεί από την παραδοχή του το συμπέρασμα πως είναι μεγάλο
λάθος να νομίζει κανείς ότι μια εύλογα δίκαιη κοινωνία που προσλαμβάνει τον εαυτό της ως
τέτοια θα είναι απαλλαγμένη από δυσαρέσκεια: αντιθέτως, είναι ακριβώς σε μία τέτοια κοινωνία
όπου αυτοί που βρίσκονται σε κατώτερες θέσεις θα βρουν μια διέξοδο για την πληγωμένη τους
περηφάνεια σε βίαια ξεσπάσματα οργής.
Σχετικό με τα παραπάνω είναι το αδιέξοδο που αντιμετωπίζει η σημερινή Κίνα: ο ιδανικός στόχος
των μεταρρυθμίσεων του Ντενγκ [Deng Xiaoping]ήταν να εισάγει έναν καπιταλισμό χωρίς
μπουρζουαζία (καθώς αυτοί θα ήταν η νέα άρχουσα τάξη): τώρα, παρόλαυτα, οι ηγέτες της Κίνας
κάνουν την επώδυνη ανακάλυψη ότι ο καπιταλισμός χωρίς σταθερή ιεραρχία (που προέκυπτε
από την ύπαρξη μιας μπουρζουαζίας) προκαλεί μόνιμη αστάθεια. Τι μονοπάτι θα πάρει η Κίνα;
Οι πρώην κομμουνιστές, εν τω μεταξύ, αναδύονται σαν οι πιο αποτελεσματικοί μάνατζερ επειδή
η ιστορική τους εχθρότητα απέναντι στην μπουρζουαζία σαν τάξη ταιριάζει τέλεια με τη σημερινή
τάση του καπιταλισμού να γίνει ένας διευθυντικός[managerial] καπιταλισμός χωρίς
μπουρζουαζία- και στις δύο περιπτώσεις, όπως το είχε θέσει ο Στάλιν καιρό πριν, “τα στελέχη
αποφασίζουν τα πάντα”. (Μια ενδιαφέρουσα διαφορά μεταξύ της σημερινής Κίνας με τη Ρωσία:
στη Ρωσία, οι καθηγητές πανεπιστημίου είναι εξευτελιστικά κακοπληρωμένοι- είναι de facto ήδη
μέρος του προλεταριάτου- ενώ στην Κίνα τους παρέχεται ένας υπερ-μισθός σαν μέσο εγγύησης
της υπακοής τους).
Η έννοια του υπερ-μισθού ρίχνει νέο φως στις τρέχουσες “αντικαπιταλιστικές” διαδηλώσεις. Σε
καιρούς κρίσης, οι προφανείς υποψήφιοι για “σφίξιμο της ζώνης” είναι τα χαμηλότερα στρώματα
της μισθωτής μπουρζουαζίας: οι πολιτικές διαδηλώσεις είναι η μόνη διέξοδος, αν θέλουν να
αποφύγουν την ένταξη στο προλεταριάτο. Παρόλο που οι διαμαρτυρίες τους απευθύνονται
ονομαστικά στη βάρβαρη λογική της αγοράς, στην πραγματικότητα διαδηλώνουν εναντίον της
βαθμιαίας διάβρωσης της δικής τους (πολιτικά) προνομιακής οικονομικής θέσης. O Αυν Ραντ
[Ayn Rand] έχει μια φαντασίωση στο “Ο Άτλας επαναστάτησε”[Atlas Shrugged], της απεργίας
των “δημιουργικών” καπιταλιστών, μια φαντασίωση που βρίσκει τη διεστραμμένη
πραγματοποίησή της στις πρόσφατες απεργίες, που είναι κυρίως απεργίες από μέρους της
“μισθωτής μπουρζουαζίας” που καθοδηγούνται από το φόβο ότι θα χάσει τα προνόμιά της (την
προστιθέμενη αξία σε σχέση με τον κατώτατο μισθό). Δεν είναι προλεταριακές διαδηλώσεις
αυτές, αλλά διαδηλώσεις ενάντια στην απειλή της προλεταριοποίησης. Ποιος τολμάει να
απεργήσει σήμερα, όταν το να έχει κανείς μια μόνιμη δουλεία έχει γίνει προνόμιο; Όχι οι
χαμηλόμισθοι εργάτες της (ότι έχει απομείνει από) βιομηχανίας της κλωστοϋφαντουργίας, αλλά οι
προνομιακοί εργαζόμενοι με εγγυημένες δουλειές (δάσκαλοι, εργαζόμενοι στα δημόσια μέσα
μεταφοράς, αστυνομικοί). Αυτό ισχύει και για το κύμα φοιτητικών διαδηλώσεων: το βασικό
κίνητρο είναι αναμφισβήτητα ο φόβος ότι η ανώτατη εκπαίδευση δε θα μπορεί πλέον να τους
εγγυηθεί έναν υπερ-μισθό αργότερα στη ζωή τους.
Ταυτόχρονα, είναι φανερό ότι η τεράστια αναβίωση διαδηλώσεων τον τελευταίο χρόνο, από την
Αραβική Άνοιξη στη Δυτική Ευρώπη, από το Occupy Wall Street στην Κίνα, από την Ισπανία
στην Ελλάδα, δε θα έπρεπε να απορριφθεί απλώς σαν η εξέγερση της μισθωτής μπουρζουαζίας.
Κάθε περίπτωση θα πρέπει να μελετάται με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Οι φοιτητικές
διαδηλώσεις εναντίον των μεταρρυθμίσεων στα πανεπιστήμια ήταν ξεκάθαρα διαφορετικές από
τις ταραχές του Αυγούστου, που ήταν ένα καταναλωτικό καρναβάλι καταστροφής, ένα αληθινό
ξέσπασμα των αποκλεισμένων. Θα μπορούσε κανείς να επιχειρηματολογήσει ότι ο ξεσηκωμός
στην Αίγυπτο ξεκίνησε εν μέρει σαν εξέγερση της μισθωτής μπουρζουαζίας (μορφωμένοι νέοι
που διαδηλώνουν για την έλλειψη προοπτικής), αλλά αυτό ήταν μόνο μία πλευρά μιας
μεγαλύτερης διαμαρτυρίας εναντίον ενός καταπιεστικού καθεστώτος. Από την άλλη, η
διαμαρτυρία μετά βίας κινητοποίησε φτωχούς εργάτες και αγρότες και η εκλογική νίκη των
Ισλαμιστών είναι μια ένδειξη της στενή κοινωνικής βάσης των αρχικής κοσμικής διαμαρτυρίας. Η
Ελλάδα είναι ειδική περίπτωση: τις τελευταίες δεκαετίες, μια νέα μισθωτή μπουρζουαζία (ειδικά
στον υπερ-εκτεταμένο τομέα δημόσιας διοίκησης) δημιουργήθηκε χάρη στην οικονομική βοήθεια
και τα δάνεια της ΕΕ, και οι διαμαρτυρίες κινητοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την απειλή να
χαθεί αυτό το προνόμιο.
Εν τω μεταξύ, η προλεταριοποίηση του χαμηλότερου στρώματος της μισθωτής μπουρζουαζίας
συνοδεύεται στο άλλο άκρο από παράλογα υψηλά απολαβές από κορυφαίους μάνατζερ και
τραπεζίτες. Οι απολαβές αυτές είναι οικονομικά ανορθολογικές καθώς, όπως έδειξαν έρευνες
στις ΗΠΑ, τείνουν να είναι αντιστρόφως ανάλογες με την επιτυχία μιας εταιρίας. Αντί να
υποβάλλουμε αυτές τις τάσεις σε ηθικιστική κριτική, θα πρέπει να τις διαβάσουμε σαν σημάδια
πως το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, δεν είναι πλέον ικανό να βρει ένα επίπεδο
αυτορυθμιζόμενης σταθερότητας- απειλείται, με άλλα λόγια, να βγει εκτός ελέγχου.
[i] Στμ: Ο Ζίζεκ χρησιμοποιεί τον όρο “bourgeoisie”, ο οποίος, όπως έχει καθιερωθεί,
χαρακτηρίζει την αστική τάξη (με τους παραδοσιακούς μαρξιστικούς όρους) αλλά και σε άλλα
πλαίσια τα εύρωστα, ανώτερα μεσαία στρώματα. Στο κείμενο ο όρος φαίνεται να χρησιμοποιείται
και με τις δύο έννοιες, χωρίς να γίνεται σαφής διάκριση, οπότε προτιμήθηκε η ευρεία απόδοση
“μπουρζουαζία” από την “αστική τάξη” ή “μισθωτός αστός”
[ii] ο Μαρξ τους αποκαλούσε εφεδρικό βιομηχανικό στρατό
[iii] Στμ: στο πρωτότυπο: surplus wage. Με μια πρόχειρη αναζήτηση δε βρέθηκε προηγούμενη
απόδοση στα Ελληνικά. Χρησιμοποιείται κατ’ αντιστοιχία του όρου υπεραξία[surplus value] του
Μαρξ. Προτιμήθηκε ο αδόκιμος όρος “υπερ-μισθός” αντί του πιο “λογικού” “πλεονάζον μισθός”
ακριβώς για να τονιστεί ότι πρόκειται για ένα διαφορετικό τρόπο, κατά το συγγραφέα,
απόσπασης υπεραξίας.
δημοσιεύτηκε στο London Review of Books http://www.lrb.co.uk/v34/n02/slavoj-zizek/the-revoltof-
the-salaried-bourgeoisie
Μετάφραση: Γιώργος Μαριάς

ΛΕΑΝΔΡΟΣ...ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ








































Ελπίζω Ακόμα....

THE CLASH...




Police and thieves in the streets 
Oh yeah! 
Scaring the nation with their guns and ammunition 
Police and thieves in the street 
Oh yeah! 
Fighting the nation with their guns and ammunition 

From Genesis to Revelation 
The next generation will be hear me 
From Genesis to Revelation 
The next generation will be hear me 

And all the crowd come in day by day 
No one stop it in anyway 
All the peacemaker turn war officer 
Hear what I say 

Police and thieves in the streets 
Oh yeah! 
Scaring the nation with their guns and ammunition 
Police and thieves in the street 
Oh yeah! 
Fighting the nation with their guns and ammunition 
[ Lyrics from: http://www.lyricsfreak.com/c/clash/police+thieves_20031774.html ] 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

[Αποτέλεσμα εικόνας για κοινοβουλευτική ολιγαρχία


Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Πολίτες, αρ. 34, Ιανουάριος 2012]

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΤΥΧΙΑ 
ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ 
ΣΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

H νεοελληνική κοινωνία βρίσκεται στα πρόθυρα πλήρους καταρρεύσεως. Έχει καταστεί πλέον εμφανής η αδυναμία του κομματικού πολιτικού συστήματος στο σύνολό του να αποτρέψει την χρεοκοπία. Όχι μόνο διότι αυτό την οδήγησε στη σημερινή απελπιστική κατάσταση, αλλά και διότι αυτό την οδηγεί σε χειρότερη με την υποδούλωσή του στο ΔΝΤ και τα «Μνημόνια». Σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες επιβάλλεται να βρεθεί ένας διαφορετικός δρόμος. Για να υπάρξει όμως αυτός πρέπει πρωτίστως να κατανοηθεί στην ουσία της η χρεοκοπία και κυρίως τα αίτια που οδήγησαν σε αυτήν, διότι η κατανόησή αυτή αποτελεί μέρος του ορθού δρόμου προς την έξοδο.
Η ελληνική κρίση είναι βεβαίως οικονομική και έχει διεθνή εξάρτηση (ιδίως ευρωπαϊκή) από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και διανομής, από τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών μηχανισμών-τραπεζών και από τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Χωρίς να υποτιμούμε τον διεθνή ορίζοντα της ελληνικής κρίσεως και χωρίς να επιμένουμε αποκλειστικώς στις ελληνικές παθογένειες, θα εξετάσουμε εδώ κυρίως τις εσωτερικές αιτίες στις οποίες αυτή οφείλεται, καθώς και τις δυνατότητες που υπάρχουν για πολιτικές δράσεις. 

Η πολιτική και κοινωνική παρακμή 

Η ελληνική κρίση που έλαβε διαστάσεις χρεοκοπίας, προϋπάρχει της παγκόσμιας. Έχει ξεκινήσει πολύ πριν από το 2008, με πρώτα σημάδια στη δεκαετία του ’80. Το 1985 ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Δ. Χαλικιάς προειδοποίησε τον τότε πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου πως η χώρα κινδύνευε με στάση πληρωμών και η κυβέρνηση αναγκάσθηκε να πάρει δάνειο από την τότε ΕΟΚ. Από το 1992 η κατάσταση του χρέους και των ελλειμμάτων εμφανίζεται προβληματική και το ΔΝΤ προειδοποιεί δημοσίως την ελληνική κυβέρνηση. Αυτό επιβεβαιώνεται με την ομολογία του οικονομολόγου και πρώην πρωθυπουργού Α. Παπανδρέου (από τους βασικούς υπεύθυνους της καταστροφής) ότι «αν δεν αφανίσουμε την υπερχρέωση της χώρας θα μας αφανίσει αυτή». Εν συνεχεία, με την εξωπραγματική και παράλογη ανάληψη των Ολυμπιακών αγώνων το 1997 η χώρα εγκλωβίζεται στην αύξηση του δανεισμού και του χρέους. Από το 2001, με την είσοδο της χώρας στην Ευρωζώνη και το ευρώ με ψευδή στοιχεία, τα οικονομικά μεγέθη επιδεινώνονται συνεχώς με κορύφωση την περίοδο 2004-2009 της ολέθριας διακυβέρνησης Καραμανλή Β΄. Τον Ιούνιο του 2009, ο αρμόδιος επίτροπος για τις οικονομικές υποθέσεις Χοακίμ Αλμούνια ανακοίνωσε ενώπιον των υπουργών της Ε.Ε., και προειδοποίησε την ελληνική κυβέρνηση, ότι το έλλειμμα της Ελλάδας στο τέλος του έτους θα υπερέβαινε το 10%, άρα η χώρα βάδιζε προς την πτώχευση.
Η απελπιστική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας ήταν λοιπόν γνωστή στην ιθύνουσα πολιτική και οικονομική τάξη από τη δεκαετία ‘90. Όμως, το κομματοκρατικό σύστημα όχι μόνο δεν μπόρεσε να χειρισθεί την κρίση, αλλά την επιδείνωσε με τη διαφθορά και τις ασυλλόγιστες δαπάνες για τις συντεχνίες, με τις παροχές για τις ανάγκες του πελατειακού συστήματος, με τους ασύστολους διορισμούς στο δημόσιο, τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες, την αδυναμία για την πάταξη της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής κ.ά. Η κρίση λοιπόν εκτός από οικονομική, είναι πολιτική και εσωτερική. Την πορεία προς την χρεοκοπία απεργάσθηκαν η οικονομική και πολιτική ολιγαρχία. Την είσοδο της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν την επέβαλε η Γερμανία, η Γαλλία ούτε οι ΗΠΑ, αλλά τα δύο μεγάλα κόμματα και η άρχουσα οικονομική τάξη. Είναι γνωστό ότι ο Κ. Καραμανλής Α΄ πίεζε προς όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για να κάμψει αρνήσεις και δυσπιστίες. Επί πλέον, η πολιτική και οικονομική ιθύνουσα τάξη θέλησαν και επεδίωξαν από τη δεκαετία του ’90 την είσοδο στην Ευρωζώνη και στο ευρώ - δεν τους εξεβίασε κανείς Ευρωπαίος. Οι ίδιες επίσης ιθύνουσες τάξεις, χωρίς να τις υποχρεώσει κανείς, επέλεξαν από το 1988 ήδη να αναλάβουν την μεγαλομανή και καταστρεπτική Ολυμπιάδα του 2004. Τις επιλογές αυτές στήριξαν επί τριάντα πέντε έτη τα παντοδύναμα ΜΜΕ και το 80–85% των ψηφοφόρων, πράγμα που σημαίνει κοινωνική συναίνεση και καθιστά την κρίση κοινωνική.

Ο κοινοβουλευτισμός είναι ολιγαρχία, όχι δημοκρατία

Η χρεοκοπία έχει επομένως συγκεκριμένους ενόχους, είναι τα δύο κόμματα που άσκησαν την εξουσία επί τριάντα πέντε έτη, είναι οι πρωθυπουργοί, οι υπουργοί, oι βουλευτές και λοιποί κρατικοί αξιωματούχοι που έλαβαν τις αποφάσεις, που θέσπισαν νόμους, που χειρίσθηκαν τα χρήματα των φορολογουμένων, δηλαδή που προέβησαν στη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, στη λεηλασία του δημοσίου χώρου, στη διαπλοκή και τη διαφθορά. Κυρίως είναι οι θεσμοί και η δομή του αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος που επέτρεψαν την άφρονα πολιτική. Η δομή του είναι αυστηρώς ολιγαρχική: οι ολίγοι λαμβάνουν τις αποφάσεις, θεσπίζουν τους νόμους, ασκούν την εξουσία προς όφελος δικό τους και των ολίγων ισχυρών επιχειρηματιών, των τραπεζών και των ΜΜΕ. Το κομματοκρατικό σύστημα κακώς αποκαλείται δημοκρατία, είναι μία καθαρότατη ολιγαρχία. Ιδίως εν Ελλάδι έλαβε τη μορφή της οικογενειοκρατίας, της φαυλοκρατίας, της μιντιοκρατίας και της κλεπτοκρατίας. 
Η κατάσταση αυτή έγινε δυνατή επειδή η οικονομική ελίτ δεν ελέγχεται από την πολιτική εξουσία και η τελευταία δεν ελέγχεται από κανέναν, ούτε καν από τη δικαστική εξουσία. Οι βουλευτές και οι υπουργοί φρόντισαν, εκτός των άλλων προνομίων τους, να εξασφαλίσουν νομοθετικώς και συνταγματικώς την ατιμωρησία τους για την ανομία, την διαφθορά και την ανικανότητά τους. Δεν υπήρξε άλλωστε ποτέ ουδείς κοινωνικός έλεγχος, η κοινωνία απουσίαζε όλα αυτά τα χρόνια από την πολιτική σκηνή. 

Τα αδιέξοδα της Αριστεράς και του οικονομισμού

Στη λογική του αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος, του κρατισμού και του λαϊκισμού κινήθηκε και η Αριστερά. Συνετέλεσε με τον τρόπο της στην απαξίωση και λεηλάτηση του δημοσίου χώρου, υποστηρίζοντας όλες τις διεκδικήσεις κάθε συντεχνίας, από τους υπαλλήλους της βουλής και των ΔΕΚΟ μέχρι τα μπλόκα των αγροτών και των φορτηγατζήδων. Αντί για τον πολιτικό και ταξικό αγώνα η Αριστερά έθεσε ως ανομολόγητο στόχο της τον αντικρατικό αγώνα, την ιδιοποίηση δηλαδή του δημοσίου χρήματος από τις προνομιούχες συντεχνίες, μέσω του κομματικού συνδικαλισμού. Υποκατέστησε το κεφάλαιο και την ολιγαρχία με το κράτος, με μία πτυχή του κράτους, το δημόσιο ταμείο. Από την άλλη όμως ευνόησε την κρατική διόγκωση και τον κρατισμό, αφού στοιχεία της αριστερής ιδεολογίας είναι οι κρατικοποιήσεις και οι εθνικοποιήσεις, οι οποίες στη λογική της είναι «σοσιαλιστικές» και «αντικαπιταλιστικές» πρακτικές. Ο διεφθαρμένος, παρασιτικός και αποτυχημένος γραφειοκρατικός καπιταλισμός των πρώην κομμουνιστικών κρατών δεν έχει διδάξει τίποτε στην Αριστερά, η οποία παραμένει δέσμια των αφερέγγυων και παρωχημένων ιδεολογιών του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. 
Από την άλλη, στο επείγον και φλέγον ερώτημα τι κάνουμε, η Αριστερά προτείνει για την έξοδο από την παρακμή την κατάργηση του Μνημονίου, τη στάση πληρωμών, την αναδιάρθρωση του χρέους, την έξοδο από την ευρωζώνη ή την Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή ριζικές αλλαγές χωρίς να εξηγεί ποιος θα τις χειρισθεί. Παραμένει δηλαδή δέσμια του οικονομισμού, ο οποίος έχει αποτύχει παντού όπου εφαρμόσθηκε. Οι οικονομίστικες λύσεις αποκομμένες από την πολιτική, από την ενημέρωση και τη συμμετοχή της κοινωνίας οδηγούν στην αποτυχία. Η Αριστερά προβάλλει επίσης ως πανάκεια την προσφυγή στις εκλογές, τη στιγμή που έχει αποδειχθεί ότι αυτές όχι μόνο δεν λύνουν τα προβλήματα, αλλά επιπλέον τα συγκαλύπτουν και τα επιδεινώνουν.

Η αποτυχία του εθνικισμού 

Από τα ΜΜΕ και από συντηρητικές, θεολογικές, εθνικιστικές πλευρές γίνονται εκκλήσεις στο πατριωτικό και εθνικό συναίσθημα, προτείνονται κινήσεις και κυβερνήσεις «εθνικής ενότητας» για «απελευθέρωση» από τους ξένους (την Τρόικα, τους Γερμανούς κ.ά). Ο εθνικισμός έχει οδηγήσει τη χώρα σε αδιέξοδα και καταστροφές. Το πρόβλημα δεν είναι εθνικό, αλλά πολιτικό και ταξικό. Δεν πλήττονται όλοι οι Έλληνες από τα μέτρα, παρά μόνο τα κατώτερα και τα μεσαία στρώματα, ενώ τα ανώτερα ευνοούνται σκανδαλωδώς λ.χ. οι τράπεζες με τις κολοσσιαίες κρατικές ενισχύσεις, η εργοδοσία με την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και η τεράστια εκκλησιαστική περιουσία που, ακόμη μία φορά, δεν φορολογείται. Δεν υπάρχει «κατοχή» της χώρας απο ξένες δυνάμεις, όπως διαδίδεται από τις πλευρές αυτές. Η κατοχή οφείλεται στην εγχώρια πολιτική-οικονομική ολιγαρχία. Η αντίθεση δεν είναι ανάμεσα σε Έλληνες και ξένους, ανάμεσα στις «δυνάμεις του έθνους» και τους ξένους που «μας επιβάλλουν τα μέτρα», αλλά ανάμεσα στην κοινωνία από τη μια και την εγχώρια πολιτική-οικονομική ολιγαρχία από την άλλη. Η σύγκρουση είναι ανάμεσα στα κατώτερα-μεσαία στρώματα από τη μια και την πολιτικο-οικονομική ολιγαρχία από την άλλη. 

Επανεφεύρεση της πολιτικής 

Κανένα κόμμα, καμία προσωπικότητα, καμία κυβέρνηση εθνικής ενότητας ή τεχνοκρατών και οικονομολόγων δεν μπορεί να δώσει λύση. Ενώπιον αυτού του αδιεξόδου οι λύσεις δεν μπορεί παρά να είναι πολιτικές. Εφ’ όσον η χρεοκοπία οφείλεται σε πολιτικούς λόγους, όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, η λύση πρέπει να είναι κυρίως πολιτική. Πρέπει η πολιτική να επανέλθει στο προσκήνιο, να αποκτήσει προτεραιότητα. Πολιτική όχι με την έννοια των εκλογών και των κομμάτων - οι εκλογές δεν μπορούν να φέρουν την αλλαγή του πολιτικού συστήματος που χρειάζεται η κοινωνία, αλλά επιβάλλουν την εναλλαγή στην εξουσία των διεφθαρμένων και ανίκανων να λύσουν τα προβλήματα κομμάτων. 
Η πολιτική εννοείται εδώ με την ουσιαστική έννοια, την αμφισβήτηση από την ίδια την κοινωνία των χρεοκοπημένων εξουσιών, των εγκαθιδρυμένων θεσμών, κανόνων και σημασιών. Η πολιτική έχει σχέση με τους πολίτες και όχι με τους επαγγελματίες πολιτικούς, παράγεται από την κινητοποίηση των ανθρώπων που θέλουν να γίνουν πολίτες, δηλαδή να μην είναι ψηφοφόροι, ακροατές, οπαδοί και υπήκοοι, αλλά να συμμετέχουν άμεσα στη λήψη των αποφάσεων, στη θέσπιση των νόμων και στον ουσιαστικό έλεγχο της εξουσίας. Αυτή είναι και η ουσία της (άμεσης) δημοκρατίας: η συμμετοχή των πολλών στην άσκηση της εξουσίας - ουσία που έχει αλλοιωθεί από την αντιπροσώπευση, τα κόμματα και τους «ειδικούς». Εφ’ όσον οι κεντρικές πολιτικές αποφάσεις αφορούν όλη την κοινωνία πρέπει να λαμβάνονται από όλη την κοινωνία. εφ’ όσον οι νόμοι πρέπει να εφαρμόζονται από όλους πρέπει να θεσπίζονται από όλους. Οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται από τους πολίτες και όχι από τους πολιτικούς. οι νόμοι πρέπει να θεσπίζονται από το σύνολο και όχι (απλώς) για το σύνολο. Η δημοκρατική αντίληψη που υποβαστάζει όλα αυτά είναι ότι στα πολιτικά ζητήματα δεν υπάρχουν «ειδικοί» και «επαΐοντες», αλλά όλοι είναι ικανοί και όλοι πρέπει να συμμετέχουν στην εξουσία υπό όλες τις μορφές της. Μόνο η πολιτική με αυτή την έννοια μπορεί να αλλάξει την κατάσταση προς το καλύτερο, προς μία άλλη πορεία προς όφελος των πολλών και όχι των ολίγων. 

Αυτοοργάνωση και αυτοπροσδιορισμός 

Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να υπάρξουν πρωτοβουλίες από τα κάτω, συμμετοχή της κοινωνίας και ανεξαρτησία από τις παραδοσιακές μορφές των αποτυχημένων κομματικών και συνδικαλιστικών ηγεσιών. Η κύρια μορφή και ο βασικός σκοπός των πρωτοβουλιών θα είναι ο αυτοπροδιορισμός από τη βάση και η συλλογική αυτοοργάνωση, που αντιτίθενται και συγκρούονται διαρκώς με τη γραφειοκρατικοποίηση, τους ηγέτες και τα κόμματα. Αυτό δηλαδή που έγινε από τις 25 Μαΐου 2011 στην πλατεία Συντάγματος και στις άλλες πλατείες της χώρας. 
Οι συνελεύσεις και οι συζητήσεις στις πλατείες ανέδειξαν μία νέα αντίληψη για την πολιτική, στον αντίποδα της επικρατούσας, και διαμόρφωσαν τα βασικά σημεία της. Οι στόχοι που τέθηκαν εμπράκτως ήταν οι τοπικές και ευρύτερες συνελεύσεις - στις οποίες συζητούνται όλα τα προβλήματα, και εξασφαλίζουν τη γνωριμία και την αλληλεγγύη. επίσης η επαφή και η συνεργασία με άλλες ομάδες και συνελεύσεις. τα τοπικά και ευρύτερα ουσιαστικά δημοψηφίσματα από τα κάτω. Όταν χρειάζεται ορίζονται αιρετές ή κληρωτές επιτροπές, οι οποίες εκφράζουν και εφαρμόζουν τις αποφάσεις της συνέλευσης, είναι υπόλογες στη συνέλευση και ανά πάσα στιγμή ανακλητές από αυτήν. Εφαρμόζεται η κυκλικότητα, η εναλλαγή των ατόμων και η μικρή διάρκεια στη θητεία τους. Οι στόχοι αυτοί αφορούν και στην γενική πολιτική οργάνωση σε εθνικό επίπεδο, και απαιτούν γενναία συνταγματική αλλαγή. Τη στιγμή που, υπό την πίεση της κοινωνικής αντίδρασης και του κινήματος στις πλατείες, το ίδιο το σύστημα προτείνει για τον εξωραϊσμό του μεταρρυθμίσεις, τις οποίες μέχρι σήμερα θεωρούσε αδύνατες, η κοινωνία πρέπει να απαιτήσει τη ριζική και ουσιαστική αλλαγή του συστήματος προς την κατεύθυνση της άμεσης συμμετοχής όλων στη λήψη των αποφάσεων, στη θέσπιση των νόμων, στην απονομή του δικαίου και στον έλεγχο της εξουσίας. Είναι ο μόνος τρόπος να αποκτήσουν το πραγματικό τους νόημα έννοιες όπως «ελευθερία», «ισότητα», «δικαιοσύνη», «συμμετοχή», «κοινωνικός έλεγχος», «κοινό συμφέρον». Μόνο έτσι θα γλιτώσει η κοινωνία από τους καταστροφείς της. Εάν η ίδια δεν μπορεί να σωθεί δεν μπορεί να τη σώσει κανείς.
Η απουσία της κοινωνίας από την πολιτική συνετέλεσε στην παρακμή και στη χρεοκοπία, διότι άφησε ανεξέλεγκτη την εξουσία. Υπήρχε η εντύπωση πως η αποκλειστική ασχολία με τις ιδιωτικές υποθέσεις και το προσωπικό συμφέρον δεν δημιουργούσε προβλήματα. Η πραγματικότητα απέδειξε το αντίθετο. Μπορεί εμείς να μην ασχολούμαστε με την πολιτική, αυτή όμως είναι εκεί, ασχολείται με εμάς. Χρειάζεται λοιπόν να εγκαταλείψουμε τον παλιό κομματικό ή αδιάφορο και α-πολιτικό εαυτό μας και να δράσουμε. Χρειάζεται να αφήσουμε πίσω μας τον παλιό ανίκανο και διεφθαρμένο κομματοκρατικό κόσμο, να εγκαταλείψουμε το αποτυχημένο ολιγαρχικό σύστημα. Για να επιτευχθεί η ουσιαστική συμμετοχή, η άμεση δημοκρατία, χρειάζονται επειγόντως νέες αντιλήψεις και ιδέες, νέοι θεσμοί και νόμοι, νέες διαδικασίες και αξίες. «Σε εποχές αλλαγών, όπως η σημερινή, ό, τι δεν είναι νέο είναι ολέθριο».