Armagideon Time - The Clash - London 1979

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015

SwissLeaks: Η ασύλληπτη φορο-απόδραση...

Cartoon: Swiss leaks (medium) by Mandor tagged swiss,leaks,hsbc

Τα αρχεία που υπεξαίρεσε ο Ερβέ Φαλσιανί από την ελβετική θυγατρική της τράπεζας HSBC, βρίσκονται σε διαρκή επικαιρότητα: εκτός από το «δικό μας» κομμάτι, που γνωρίζουμε ως «λίστα Λαγκάρντ», η Διεθνής Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) παρέδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα τα πορίσματα της έρευνάς της. Παρ’ όλα αυτά όμως, η φοροδιαφυγή εκ μέρους των εχόντων –ιδιωτών και επιχειρήσεων– δεν δείχνει να μπορεί να τιθασευτεί.
Στον αγώνα της για την καταπολέμηση της απάτης, η εφορία ξαναπαίζει επ’ άπειρον τη σκηνή όπου ο σύζυγος της Κυρίας από τη Σαγκάη (1947) καταδιώκει τη συμβία του μέσα στο μέγαρο με τα κάτοπτρα που επινόησε ο Όρσον Ουέλς. Κάθε φορά που πιστεύει ότι θα την πετύχει με το πιστόλι του, διαλύει έναν καθρέφτη του λαβύρινθου –και οι εραστές διαφεύγουν από μια κρυφή πόρτα. Κατά τα φαινόμενα, ούτε και τα λαγωνικά που ασχολούνται με την υπόθεση SwissLeaks θα ξεφύγουν από αυτό το σενάριο. Τα γεγονότα τα γνωρίζουμε. Τα αρχεία που υπεξαίρεσε ο μηχανικός υπολογιστών Ερβέ Φαλσιανί ανήκαν στην HSBC Private Bank (ελβετική θυγατρική του βρετανικού πιστωτικού ιδρύματος) . Αυτό που ίσως δεν γνωρίζουμε είναι ότι η υπόθεση παραμένει ακόμη σε μεγάλο βαθμό αδιερεύνητη, κυρίως εξαιτίας του μεγέθους της: όχι λιγότεροι από εξακόσιες χιλιάδες λογαριασμοί, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου που εκτείνεται από το 2005 έως το 2007, οι οποίοι εξετάζονται εξονυχιστικά από εκατόν πενήντα τέσσερις δημοσιογράφους εξήντα Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, προερχόμενων από σαράντα επτά χώρες. Στα ηχητικά ντοκουμέντα, ακούμε τα σχόλια και τις υποδείξεις των «relationship managers», των διαχειριστών περιουσίας που βρίσκονται στη διάθεση της διεθνούς ιδιωτικής πελατείας.
Ποιοι βρίσκονται σε αυτές τις λίστες, οι οποίες κατέληξαν στο γαλλικό υπουργείο Οικονομίας και στη συνέχεια διαβιβάστηκαν σε πολλές ξένες κυβερνήσεις; Μεγαλοεπιχειρηματίες, πολιτικοί ηγέτες, μονάρχες (οι βασιλείς του Μαρόκου και της Ιορδανίας), αστέρια του θεάματος και του αθλητισμού, αλλά επίσης και έμποροι όπλων και ναρκωτικών, καθώς και χρηματιστές για τους οποίους υπάρχουν υποψίες για δοσοληψίες με τρομοκράτες. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, μία ήταν η κοινή επιδίωξη: η αποφυγή της φορολόγησης. Οι τελευταίες αποκαλύψεις, ντροπιαστικές για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, εγγράφονται στην ίδια κατηγορία με άλλες διαρροές, όπως τα Offshore Leaks (του 2013) και τα LuxLeaks (του 2014), οι οποίες ήδη αποκάλυπταν την έκταση της φοροδιαφυγής που κατευθύνεται προς φορολογικούς παραδείσους, ιδιαιτέρως προς το Λουξεμβούργο.
Προκειμένου να περιορίσει τη βλάβη, η HSBC, η έδρα της οποίας βρίσκεται στο Λονδίνο, παρέταξε μια στρατιά ανθρώπων της επικοινωνίας που ασχολούνται, αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση της υπόθεσης, τον Δεκέμβριο του 2009, με την απαξίωση των πληροφοριών του Φαλσιανί: αποτελούν προϊόν κλοπής, οι λίστες παραποιήθηκαν, ο μηχανικός υπολογιστών δεν είναι αξιόπιστος… Η εκστρατεία τους ήταν τόσο επιτυχημένη που εκδόθηκε από την Ελβετία διεθνές ένταλμα σύλληψης για τον Φαλσιανί για κλοπή και παραβίαση του τραπεζικού απορρήτου.
Μπροστά στην έκταση της απάτης, η τράπεζα αναγνωρίζει ορισμένες «παραλείψεις του παρελθόντος», επικαλείται όμως μια προηγούμενη εποχή, όπου «στην HSBC, η κουλτούρα του σεβασμού των κανόνων και των προδιαγραφών περί της δέουσας επιμέλειας ήταν σαφέστατα λιγότερο ανεπτυγμένη απ’ ό,τι σήμερα» (1). Εξάλλου, όπως διαβεβαιώνει η τράπεζα, έγινε ένα μεγάλο νοικοκύρεμα το 2008 και το 2012: τα δύο τρίτα των λογαριασμών της ελβετικής θυγατρικής έκλεισαν· το ενεργητικό που διαχειρίζεται μειώθηκε σχεδόν κατά το ήμισυ, περνώντας από τα 118 δισεκατομμύρια δολάρια το 2007 στα 68 δισεκατομμύρια το 2014· οι αναλήψεις άνω των 10.000 δολαρίων σε μετρητά ελέγχονται αυστηρά· οι ενδεχόμενοι κλεπτοκράτες, ή «πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα» (ΠΕΠ / PEP), ελέγχονται με το μικροσκόπιο. Εν ολίγοις, η τράπεζα ζητά «την πιο ειλικρινή» συγγνώμη και ορκίζεται ότι στο εξής οι υπηρεσίες της δεν χρησιμοποιούνται για την εξαπάτηση της εφορίας ή για το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος.
Μπορούμε να την πιστέψουμε; Δεύτερο στην παγκόσμια λίστα των τραπεζών που κατέχουν τα περισσότερα χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία, πίσω από την Industrial and Commercial Bank of China (Latribune.fr, 9 Ιουλίου 2014), το βρετανικό τραπεζικό ίδρυμα διακρίνεται από την τάση του προς την υποτροπή και από τη σχετική ατιμωρησία που απολαμβάνει. Αγγλικανός πάστορας και κατά τα λεγόμενα ένθερμος υποστηρικτής της ηθικής, ο Στίβεν Γκριν ήταν πρόεδρος της HSBC μεταξύ του 2006 και του 2010, όταν συνέβαιναν οι εκτροπές που ήρθαν στο φως. Αντί να του επιβληθούν κυρώσεις, του απονεμήθηκε τίτλος ευγενείας από τη βασίλισσα της Αγγλίας, τον Νοέμβριο του 2010. Δύο μήνες αργότερα, ο «βαρώνος Γκριν του Χερστπιρπόιντ» γινόταν υπουργός Εμπορίου στην κυβέρνηση του Ντέιβιντ Κάμερον.
Ακόμη και όταν στην αξιοσέβαστη τράπεζα πέφτει ο πέλεκυς, οι επιπτώσεις παραμένουν περιορισμένες. Το 2012, λόγου χάρη, μια επιτροπή της αμερικανικής Γερουσίας την κατηγορεί για εμπλοκή σε διακίνηση ναρκωτικών, ξέπλυμα χρήματος και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (2). Οι αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές τής επιβάλλουν πρόστιμο ύψους 1,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων, μια κύρωση σχεδόν συμβολική μπροστά στα κέρδη που αποκομίστηκαν μέσω των καταδικαστέων αυτών μεθόδων (3). Έτσι, ούτε οι πελάτες ούτε η «αγορά» δείχνουν να κλονίζονται μπροστά στις αναποδιές που αντιμετωπίζει η τράπεζά τους. Όπως παρατήρησαν οι «Financial Times» την επομένη των τελευταίων αποκαλύψεων: «Οι ηθικολόγοι και οι πολιτικοί δεν θα θελήσουν να το ακούσουν. Όμως η επίπτωση του σκανδάλου στη μετοχή τηςHSBC μπορεί να συνοψιστεί σε μία λέξη: μηδενική» (4).
Λιγότερο επηρεασμένη από τους ανταγωνιστές της κατά τη διάρκεια της κρίσης των ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου (subprimes), η τράπεζα έχει καταφέρει για μεγάλο χρονικό διάστημα να διατηρήσει υψηλή κερδοφορία, καθώς και μια «εξυπηρέτηση πελατών» που ξεπερνά κάθε ανταγωνισμό. Για την υπόθεση SwissLeaks, όλα άρχισαν με την ευρωπαϊκή οδηγία για την επιβολή φορολόγησης στα εισοδήματα από αποταμιεύσεις (European Union Savings Directive, EUSD), που υιοθετήθηκε το 2003 και άρχισε να εφαρμόζεται την 1η Ιουλίου 2005. Επέβαλε στις ελβετικές τράπεζες μια παρακράτηση στην πηγή της τάξης του 10% στα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα χρήματα που θα συγκεντρώνονταν με αυτόν τον τρόπο έπρεπε να μεταφέρονται στις ενδιαφερόμενες χώρες, χωρίς να αποκαλύπτεται η ταυτότητα των καταθετών. Οι διαχειριστές των περιουσιών δεν χρειάστηκε να σκεφτούν πολύ πριν προτείνουν μια παράκαμψη στους πελάτες τους: ο φόρος επιβαλλόταν σε φυσικά πρόσωπα, αλλά όχι σε επιχειρήσεις. Αρκούσε, άρα, να ιδρύσουν εξωχώριες εταιρείες –στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, στον Παναμά ή στις Μπαχάμες– και μέσω αυτών να ανοίξουν λογαριασμούς μη υποκείμενους σε φόρο στην HSBC. Πρόκειται για μια στρατηγική από την οποία όλοι επωφελούνταν: όχι μόνο οι πελάτες δεν πλήρωναν φόρους, αλλά και η τράπεζα γέμιζε τα ταμεία της χάρη στις δαπάνες λειτουργίας που της κατέβαλλαν αυτές οι εταιρείες. Οι εκατομμυριούχοι που ενδιαφέρονταν για ακόμη μεγαλύτερη διακριτικότητα, μπορούσαν επίσης να θολώσουν τα ίχνη τους χάρη σε εικονικές χρεώσεις ή σε μη αποστολή των αντιγράφων κίνησης λογαριασμού.
Προκειμένου να προσελκύσει αυξημένο αριθμό πελατών, η HSBC επιπλέον χρειάστηκε να αναπτύξει επιθετικό μάρκετινγκ. Σύμφωνα με τις λίστες του Φαλσιανί, μέσα σε λιγότερους από πέντε μήνες (από τις 9 Νοεμβρίου 2006 έως τις 31 Μαρτίου 2007), 180 δισεκατομμύρια δολάρια μεταφέρθηκαν σε λογαριασμούς της HSBC Γενεύης, ενώ κλείστηκαν 1.645 ραντεβού με εκπροσώπους της τράπεζας σε 25 χώρες. Σε πολλές χώρες όμως, το να προσελκύει μια ξένη τράπεζα προσωπικά πελάτες είναι παράνομο. Μέχρι σήμερα, τουλάχιστον πέντε από αυτές (η Γαλλία, οι ΗΠΑ, η Αργεντινή, η Ισπανία και το Βέλγιο) ξεκίνησαν έρευνες κατά της HSBC Ελβετίας για ξέπλυμα προϊόντων φοροδιαφυγής και προσωπική προσέλκυση πελατών εντός της επικράτειάς τους. Η βρετανική τράπεζα δεν είναι η μόνη που έχει διαπράξει τέτοια αδικήματα και η υπόθεση SwissLeaks δεν αποτελεί παρά την κορυφή του παγόβουνου: και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, συγκεκριμένα ο ελβετικός γίγαντας UBS, βρίσκονται στο στόχαστρο της Δικαιοσύνης.
Όσο και αν εξετάζουμε τα τεχνάσματα που χρησιμοποιούνται για τη μείωση της φορολόγησης των προϊόντων που προέρχονται από απάτη, φορολογική «βελτιστοποίηση» ή «χρηματοοικονομική μηχανική», το πολιτικό πρόβλημα παραμένει ακέραιο. Μέσα σε ένα πλαίσιο όπου οι ανισότητες μεγεθύνονται, οι κυβερνήσεις επιβάλλουν πολιτικές λιτότητας με πρόσχημα την έλλειψη χρήματος. Και, την ίδια στιγμή, οι έχοντες –ιδιώτες και επιχειρήσεις– αναζητούν τρόπους ώστε τα περιουσιακά στοιχεία τους να μην φορολογούνται. Έτσι, οι γίγαντες του ψηφιακού κόσμου –η Apple, η Google, η Amazon…– εκμεταλλεύτηκαν προς όφελός τους τον ανταγωνισμό φορολόγησης στον οποίο επιδίδονται τα κράτη ώστε οι εταιρείες να πληρώνουν, απολύτως νόμιμα, μηδαμινούς φόρους (5). Το 2013, ο ΟΟΣΑ δεσμεύθηκε να θέσει τέλος στις αθέμιτες πρακτικές φοροαποφυγής, δικαιούμαστε όμως να αμφιβάλλουμε για την επιτυχία ενός τέτοιου εγχειρήματος.
Παντού βασιλεύει η αμφισημία. Ο Ζαν-Κλωντ Γιουνκέρ, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δεσμεύτηκε να κάνει τον αγώνα εναντίον της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης μία εκ των προτεραιοτήτων του. Όμως, μέσα στα δεκαεννέα χρόνια που βρισκόταν επικεφαλής της κυβέρνησης του Λουξεμβούργου, δεν έπαψε να ενθαρρύνει τις πολυεθνικές να καταβάλλουν στη χώρα του μερικές δεκάδες δισεκατομμύρια σε φόρους, αποστερώντας από τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη εκατοντάδες δισεκατομμύρια από φορολογικά έσοδα που διαφορετικά θα έπρεπε να τους αποδοθούν. Ένα μικρό συμβάν αρκεί για να κατανοήσουμε το εύρος της απάτης (6). Τον Αύγουστο του 2009, ο Ερίκ Βερτ, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, ανακοίνωνε πως είχε στη διάθεσή του μια λίστα τριών χιλιάδων ενδεχόμενων φοροφυγάδων. Με την ελπίδα να αποφύγουν τις κυρώσεις, 4.725 φορολογούμενοι παρουσιάστηκαν στις αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες προκειμένου να τακτοποιήσουν τις υποθέσεις τους. Ανάμεσά τους, μόλις 68 εμφανίζονταν στη λίστα του υπουργείου.

Τα αρχεία της HSBC: πώς βγήκε στην επιφάνεια η απάτη στον Ελβετικό λογαριασμό μέσω των λεπτομερειών στα στοιχεία.
  1. «HSBC’s response: “Standards of due diligence were significantly lower than today”», «The Guardian», Λονδίνο, 8 Φεβρουαρίου 2015.
  2. «US vulnerabilities to money laundering, drugs, and terrorist financing: HSBC case history», US Senate, Permanent Subcommittee on Investigations, Ουάσιγκτον, 17 Ιουλίου 2012.
  3. Βλ. «Les Etats-Unis mettent les banques à l’amende», «Le Monde Diplomatique», Ιούλιος 2014.
  4. «HSBC: current accountability», «Financial Times», Λονδίνο, 17 Φεβρουαρίου 2015.
  5. Πάνω σε αυτό το θέμα, βλ. το ντοκιμαντέρ «Le Prix à payer», του Καναδού σκηνοθέτη Harold Crooks (2014).
  6. «Rapport d’information sur l’application des mesures fiscales contenues dans les lois de finances»: έκθεση που παρουσιάστηκε από τον Gilles Carrez στη γαλλική Εθνοσυνέλευση, Παρίσι, 6 Ιουλίου 2011.                                                                                                                                                                                                                                                Πηγή    http://monde-diplomatique.gr/?p=429  

Δευτέρα 13 Ιουλίου 2015

Ισχυρή και ανεξέλεγκτη – Πώς η Τρόικα παγίδεψε την Ελλάδα για να σώσει τις τράπεζες...

Ο Γερμανός δημοσιογράφος και συγγραφέας Harald Schuman ηγήθηκε ενός εκτενούς ντοκιμαντέρ που προσπαθεί να ρίξει φως στα «σκοτεινά πλοκάμια» των ανθρώπων που βρέθηκαν πίσω από την τρόικα.

Ο Harald Schuman περιηγήθηκε στη χώρα μας περιγράφοντας την αγριότητα με την οποία επιβλήθηκε το μνημόνιο. Σχολιάζει το γεγονός πως παρακάμφθηκαν ευρωπαϊκές συνθήκες και εθνικά κοινοβούλια για να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα λιτότητας που έφερε τη χώρα στο χείλος του γκρεμού και εκατομμύρια ανθρώπους στα όρια της φτώχειας και ψάχνει τις λεπτομέρειες πίσω από τις συμφωνίες.

Το ντοκιμαντέρ είναι στα γαλλικά και στα γερμανικά. Εμείς, σας παρουσιάζουμε το περιεχόμενο που αφορά τη χώρα μας.

Ένα χρέος μη βιώσιμο

Μιλώντας με τον σημερινό υπουργό οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη, ο οποίος τότε δεν είχε ακόμη εκλεγεί σημείωσε το παράλογο της μη αναδιάρθρωσης του χρέους.

«Δημιούργησαν ένα μόνιμα και μη βιώσιμο χρέος. Δεν ήταν θεωρία συνωμοσίας. Ο Γιούνκερ είχε αναφέρει πως γνωρίζουμε τον τρόπο να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα, αλλά δεν ξέρουμε πως θα επανεκλεγούμε στη συνέχεια» ανέφερε ο Έλληνας οικονομολόγος. «Όλες οι κυβερνήσεις μεταξύ το 2008-2010, συντηρητικές και σοσιαλδημοκρατικές υποστήριζαν τον οικονομικό τομέα. Μέχρι τότε οι χώρες έλεγαν στους τραπεζίτες, σας αφήνουμε να κάνετε ότι θέλετε, αρκεί να μας επιστρέφετε ένα μέρος από τα χρήματα που κερδίζετε για να χρηματοδοτήσουμε το κράτος. Όταν ξέσπασε η κρίση οι κυβερνήσεις δεν είχαν ούτε τη δυνατότητα, ούτε το ηθικό σθένος να αντιμετωπίσουν τους τραπεζίτες»

Πρόγραμμα σωτηρίας ξένων τραπεζών

Το ντοκιμαντέρ συνέχισε την έρευνα στην Αμερική και τα γραφεία του ΔΝΤ.  Μιλώντας με τον Πάολο Νογοθέρα Μπατίστα, Βραζιλιάνος, γενικός διευθυντής του ΔΝΤ, αποκαλύπτει πως το ΔΝΤ γνώριζε πως το χρέος δεν ήταν βιώσιμο. «Το ΔΝΤ δεν μπορούσε να δώσει οικονομική βοήθεια σε ένα κράτος, εφόσον το χρέος ήταν μη βιώσιμο. Τι έγινε; Αλλάξαμε τον κανονισμό, έτσι ώστε να μπορεί ο οργανισμός να παρέχει τη βοήθεια. Έμεινα έκπληκτος εκείνες τις ημέρες από την έλλειψη διαφάνειας όλη της διαδικασίας».

Αντίστοιχα ο Φιλίπ Λεγκρέν, πρώην σύμβουλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επεσήμανε ξεκάθαρα πως όλο το σχέδιο αφορούσε στη σωτηρία των γαλλικών και των γερμανικών τραπεζών και όχι του ελληνικού λαού. «Ο τότε επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος Καν δεν ήθελε να επιβάλει απώλεια κεφαλαίων στις γαλλικές τράπεζες, δεδομένου και του γεγονότος πως προσέβλεπε σε μια υποψηφιότητα για την προεδρία της Γαλλίας. Από την πλευρά τους οι Γερμανοί τραπεζίτες έπεισαν την Άνγκελα Μέρκελ πως θα ήταν δραματικό να χάσουν κεφάλαια» σημείωσε και συμπλήρωσε:

«Έτσι οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν την Ελλάδα σαν αυτή να είχε μόνο παροδικά προβλήματα.  Έτσι καταπάτησαν έναν από τους βασικούς κανόνες της συνθήκης του Μάαστριχ, τον κανόνα της μη διάσωσης. Αποφάσισαν να δανείσουν χρήματα στην Ελλάδα, όχι για να σώσουν τη χώρα, αλλά τις γαλλικές και γερμανικές τράπεζες».  Όπως σημειώνει το μέγεθος των απωλειών για τις τράπεζες σε άλλη περίπτωση θα ήταν 20 δισ ευρώ για τις γαλλικές και 17 δις για τις γερμανικές τράπεζες.

Από την πλευρά του ΔΝΤ μίλησε και ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης, πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ.  «Η αναδιάρθρωση του χρέους ήταν κάτι που έλλειπε από το σχέδιο. Οι Ευρωπαίοι επέβαλαν ένα δραστικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, το οποίο ήταν πολύ σύντομο» ανέφερε και συμπλήρωσε πως το ΔΝΤ γνώριζε πολύ καλά πως το πρόγραμμα δεν βγαίνει και κυρίως ότι θα προκαλέσει ραγδαία επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων:

«Αυτό το πρόγραμμα θα μειώσει δραστικά την αγοραστική δύναμη της χώρας, θα την βυθίσει σε άγρια ύφεση και θα προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στον κοινωνικό ιστό» σημειώνει διαβάζοντας από την έκθεση του ΔΝΤ. «Αυτό σημαίνει απλά πως θυσιάσαμε την Ελλάδα στο βωμό της παγκόσμιας οικονομίας» σημειώνει.

Η Γερμανία άνθισε λόγω της οικονομίας του χρέους

Στο φιλμ μιλά και ο οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν, τονίζοντας πως η Γερμανία κέρδισε από την οικονομία χρέους στις χώρες του Νότου. «Η Γερμανία λέει πως επανήλθε στην ευημερία, μετά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, μέσα από ένα πρόγραμμα λιτότητας. Γιατί δεν μπορούν να το κάνουν αυτό και άλλες χώρες.

Μόνο που η γερμανική οικονομία άνθισε πατώντας πάνω στην οικονομία χρέους που δημιουργήθηκε σε άλλες χώρες, όπως η Ισπανία. Τώρα η Γερμανία λέει στους Ισπανούς κάντε όπως κάναμε εμείς, αλλά εμείς δεν θα φερθούμε όπως εσείς»

Η υγεία σε επίπεδα τριτοκοσμικής χώρας

Η κάμερα περιπλανιέται στα ελληνικά νοσοκομεία και κάνει αναφορά στην καταστροφική επιβολή περικοπών στην υγεία στο 6% του ΑΕΠ, ενώ στη Γερμανία το αντίστοιχο ποσό είναι 10%. 3εκατ. Έλληνες μετά από τις κινήσεις της τότε κυβέρνησης δεν έχουν πλέον πρόσβαση στην υγεία.

Στην κάμερα μιλά και ο Άδωνις Γεωργιάδης, που τότε ήταν υπουργός Υγείας με μια δήλωση πραγματικά σοκαριστική.

Ο Έλληνας πολιτικός εξηγεί στον συγγραφέα πως τα χρήματα είναι αυτά, όσο η Ελλάδα είναι σε κρίση. Σε ερώτηση για το πώς θα λειτουργήσει το σύστημα υγείας, όταν το υπουργείο προχωρά σε μείωση προσωπικού απάντησε. «Είναι απλό. Πριν δούλευαν τρεις ώρες την ημέρας και τώρα δουλεύουν επτά».

Πολύ απλοϊκή εξήγηση για να περιγράψει την ανθρωπιστική κρίση στη χώρα, περιγράφει ο αφηγητής του ντοκιμαντέρ και αναφέρθηκε στη βοήθεια σε υλικό και προσωπικό από χώρες όπως η Αυστρία και η Γερμανία, βοήθεια και αλληλεγγύη που αρνήθηκε στην Ελλάδα από τις κυβερνήσεις τους.

Για το ζήτημα της υγείας ο Γιώργος Βήχας, γιατρός και διευθυντής της εθελοντικής κλινικής του Ελληνικού αναφέρει πως «το σύστημα υγείας στην Ελλάδα ήθελε σίγουρα αναμόρφωση, όχι όμως ισοπέδωση που αποτέλεσε και την καταστροφή του. Δεν διορθώσαμε αυτά που έπρεπε, αλλά καταστρέψαμε και ότι θετικό υπήρχε. Και σήμερα η χώρα μου δεν έχει ένα αξιοπρεπές σύστημα υγείας».

Η ευρωβουλή για την Τρόικα

Η Elisa Fereira, ευρωβουλευτής των σοσιαλιστών, ειδική στη δραστηριότητα της Τρόικα, αναφέρεται σε αυτήν ως τερατούργημα: «Αυτό το τέρας που δημιουργήσαμε, η Τρόικα, δεν έχει καμία σχέση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.  Αντίστοιχα ο Φιλίπ Λάμπερτς, ευρωβουλευτής της ομάδας των Πράσινων σημείωσε πως «η λιτότητα σκοτώνει κυριολεκτικά». «Είναι εύκολο για έναν τεχνοκράτη να ζητήσει περικοπές στην υγεία. Όταν όμως το θέμα μεταφέρεται στα εθνικά κοινοβούλια ή στο ευρωκοινοβούλιο τότε είναι πολύ πιο λεπτό πολιτικά» εξηγεί.

Το ντοκιμαντέρ κάνει μια πιο σύντομη αναφορά στις απαιτήσεις της Τρόικα στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία που οδήγησαν σε εξαντλητικές περικοπές μισθών και δυσθεώρητη ανεργία.

Ο Harald Schuman ρωτάει στη συνέχεια τη Veronica Nilsson  της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων σχετικά με την αυτονομία της τρόικας. «Η Κομισιόν πρέπει να σέβεται τη δημοκρατία και τα εργασιακά δικαιώματα επί ίσοις όροις για όλη την Ευρώπη», λέει η Nilsson.

Από τη δική της μεριά, η Λούκα Κατσέλη που υπήρξε υπουργός Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας την περίοδο 2009-2010 και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης το 2010-2011, σημειώνει:

«Είχαμε ενστάσεις αλλά δεν έγιναν σεβαστές». Στους οκτώ μήνες που ήταν υπουργός επί κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου κατάφερε να περάσει τον ομώνυμο νόμο Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Ήταν 2010, στο ξεκίνημα της κρίσης.

«Οι διατυπώσεις μου σε σχέση με τις αντίστοιχες που μας πρότειναν, ήταν διαφορετικές», επισημαίνει.

Ο κ. Μανιτάκης διορίστηκε στις 17 Μαΐου 2012  υπηρεσιακός Υπουργός Εσωτερικών στην Κυβέρνηση Παναγιώτη Πικραμμένου. Στις 21 Ιουνίου, μετά από πρόταση του κόμματος της Δημοκρατικής Αριστεράς (ΔΗΜΑΡ), ανακοινώθηκε η συμμετοχή του στην Κυβέρνηση Αντώνη Σαμαρά, ως Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.

«Δεκατρείς μήνες που ήμουν υπουργός το μέλημα μου ήταν πώς θα γίνουν οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα», λέει στην κάμερα του Arte.

«Ο Τόμσεν ήταν ένας εξαιρετικός διαπραγματευτής. Συνέχεια αισθανόμουν ότι η χώρα μου ταπεινωνόταν. Ένα βράδυ είχαμε συνομιλήσει στις 23.00 η ώρα και μου είχε πει. «Από εσένα εξαρτάται αν η χώρα σου θα πάρει 8 δισ. ευρώ για τη δόση». Ο φόβος. Αυτό καλλιεργούσαν. Και την υποταγή. Δε μου έδινε την εντύπωση ότι συνομιλεί με έναν υπουργό μιας κυρίαρχης χώρας. Ότι με σέβεται. Μου μιλούσε σαν να ήμουν εκπρόσωπος μιας χώρας που δεν ήταν απλός οφειλέτης, αλλά μια φαυλοκρατική χώρα. Μια χώρα τεμπέληδων. Εγώ πιστεύω ότι ο Τόμσεν το είχε πάρει προσωπικά και ήθελε να πάρει εκδίκηση».

«Μια τέτοια συμπεριφορά δεν θα ήταν αποδεκτή στις ΗΠΑ», σχολιάζει ο συγγραφέας και παρουσιαστής Harald Schuman.

Στη συνέχεια τοποθετείται σχετικά εκ νέου ο Πάολο Νογοθέρα Μπατίστα. «Ένα από τα προβλήματα της Ελλάδας ήταν η γραφειοκρατία. Η τρόικα όμως πήγε στην Ελλάδα και έστησε ένα ολόκληρο πρόγραμμα διακυβέρνησης, ολότελα δικό της. Η λειτουργία αυτή είναι συνολικό πρόβλημα της Ευρώπης. Η γραφειοκρατία υπάρχει διεθνώς και είναι πρόβλημα. Αυτό ισχύει σε μεγαλύτερο βαθμό στην Ελλάδα αλλά είναι θέμα της χώρας και πρέπει να το επιλύσει με τη βοήθεια των Βρυξελλών».

Μιλώντας για τη λίστα Λαγκάρντ

Ο όρος «λίστα Λαγκάρντ» οφείλεται στην τότε Υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας, Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία παρέδωσε την εν λόγω λίστα στο ελληνικό κράτος τον Οκτώβρη του 2010, γεγονός που επαναλήφθηκε τον Δεκέμβριο του 2012 παραμονές Χριστουγέννων.

Η λίστα μπήκε στα ντουλάπια της κυβέρνησης και το 2012 ήρθε στο φως της δημοσιότητας από τα ΜΜΕ.

Για το θέμα τοποθετείται στο ντοκιμαντέρ η Ζωή Κωνσταντοπούλου.

«Η λίστα Λαγκάρντ όπως την ονομάζουμε ήρθε στη χώρα το 2010. Μιλάμε για 2.062 συνολικά ονόματα. Τον Γενάρη του 2014, ο επικεφαλής του ΣΔΟΕ μας είπε ότι είχαν ολοκληρωθεί οι έλεγχοι μόλις σε έξι. Είναι απαράδεκτο αυτό. Αδιανόητο αποτέλεσμα που όμως εξηγείται γιατί μέσα στη λίστα αυτή βρίσκονται πολιτικά πρόσωπα, συγγενείς τους και μια σειρά προσώπων που συνδέονται με αυτό που συνιστά το σύστημα διαπλοκής στην Ελλάδα του σήμερα», σημειώνει η πρόεδρος της Βουλής.

Ακολουθούν οι ιδιωτικοποιήσεις και το ΤΑΙΠΕΔ

ο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου, γνωστό ως ΤΑΙΠΕΔ ή HRADF ιδρύθηκε με το νόμο 3986/2011. Σύμφωνα με το καταστατικό του, σκοπός του ΤΑΙΠΕΔ (άρθρο 4 καταστατικού του) είναι η αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων της Ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου και περιουσιακών στοιχείων ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ όπως ορίζεται στην §1 του άρθρου 5 του ν. 3986/2011.

1. Η αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου διενεργείται με κάθε πρόσφορο τρόπο και κατά προτίμηση, με:

α) Πώληση.

β) Σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων, μεταξύ των οποίων δικαιωμάτων οριζόντιας και κάθετης ιδιοκτησίας.

γ) Μεταβίβαση εμπραγμάτων δικαιωμάτων οποιασδήποτε φύσης επί αυτών.

δ) Εκμίσθωση.

ε) Παραχώρηση της χρήσης ή της εκμετάλλευσής τους.

στ) Ανάθεση της διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων.

ζ) Εισφορά τους σε ανώνυμες εταιρείες και στη συνέχεια πώληση των μετοχών που προκύπτουν.

η) Τιτλοποίηση απαιτήσεων, ανεξάρτητα από τον επιχειρηματικό ή μη χαρακτήρα τους, σύμφωνα με τα άρθρα 10, 11 και 14 του ν. 3156/2003.

Πλαζ, τουριστικές περιοχές, πρώην αεροδρόμια, πωλήθηκαν σε τιμές ευκαιρίας, σημειώνει το ντοκιμαντέρ.

Λόγος γίνεται φυσικά για το πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού.

«Κύριος στόχος δεν είναι η διαπίστωση αν έχει διαπραχθεί ή όχι από τα μέλη του Δ.Σ. του ΤΑΙΠΕΔ το αδίκημα της απιστίας και μάλιστα, λόγω του ύψους του ποσού, σε βαθμό κακουργήματος, γιατί αυτό αφορά αποκλειστικά το σκέλος της συμπεριφοράς του Ελληνικού Δημόσιου. Ζητούμενο είναι να μην προχωρήσει η κατάθεση της Σύμβασης Πώλησης για έγκριση από την ελληνική Βουλή, ώστε να μην συμπληρωθούν οι υπογραφές, που έχει ήδη βάλει το ΤΑΙΠΕΔ, με αυτές του Ελληνικού Δημοσίου».

Τα παραπάνω έλεγε η Νάντια Βαλαβάνη στις 20 Δεκεμβρίου του 2014.

«Υπάρχει μια ομάδα ελίτ που ληστεύει τη χώρα», λέει η Λούκα Κατσέλη στο Arte.

Ο Χρήστος Κορτζίδης δήμαρχος του καλλικρατικού δήμου Ελληνικού – Αργυρούπολης, αναφέρει:

«Είναι εξευτελιστικό το τίμημα που θα εισπράξει το δημόσιο. Όλα γίνονται για το καλό των ελίτ».

Από τη δική του μεριά, ο Γιάννης Στουρνάρας σχολιάζει: «Τα ποσά των επενδύσεων στην περιοχή του Ελληνικού θα δώσουν ώθηση στην ελληνική οικονομία συνολικά».

«Δεν γνωρίζουμε το περιεχόμενο της συμφωνίας και έχουν γίνει ερωτήσεις στο Κοινοβούλιο αλλά ακόμα υπάρχουν ερωτηματικά. Η απάντηση είναι πως το ΤΑΙΠΕΔ διέπεται από τους ιδιωτικούς όρους της οικονομίας και δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν αυτά τα στοιχεία», παρατηρεί ο κ. Κορτζίδης.

«Η τρόικα συμπράττει με την εγκληματική πολιτική σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος και των Ελλήνων πολιτών αλλά και σε βάρος των επόμενων γενεών», αναφέρει η Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Σταδιακά φτάνουμε στο σήμερα και στον Γιάνη Βαρουφάκη.

Ο Harald Schuman στο περιθώριο της συνάντησης του Έλληνα υπ. Οικ. με τον κ. Σόιμπλε είχε έναν σύντομο διάλογο με τον κ. Βαρουφάκη. «Η Ελλάδα είναι στην υψηλότερη θέση διαφθοράς αυτή τη στιγμή. Το πρόγραμμα μας στοχεύει στο να πατάξει τη διαφθορά και τη διαπλοκή. Η οικονομική μας φιλοσοφία μεταρρυθμίσεων εντάσσεται στα πλαίσια της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης και ζητάμε να μας σεβαστούν για να γυρίσουμε σελίδα».

Μέσα στην κρίση, στόχος ήταν η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και η διάσωση τους, σε Ελλάδα, Κύπρο αλλά στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου.

«Η λειτουργία της τρόικας παραβιάζει τις ελευθερίες και τους δημοκρατικούς θεσμούς», υπογραμμίζει ο οικονομολόγος James Steward του Πανεπιστημίου του Δουβλίνου.

«Μιλάμε για έναν ιδεολογικό και πολιτικό έλεγχο που ορίζεται εκ των άνω».

«Η Ελλάδα είναι ένα παράδειγμα χώρας όπου όλα έγιναν για να διασωθούν οι τράπεζες εις βάρος των πολιτών, με την «διοίκηση» της τρόικας να θέτει όρους», καταλήγει ο Harald Schuman, κλείνοντας το «Puissante et incontrôlée : la troïka».

Το κανάλι:

Το Arte είναι Γερμανογαλλικός τηλεοπτικός σταθμός με έδρα το Στρασβούργο. Ιδρύθηκε μετά από σύμβαση των δυο κρατών το 1992. Στόχος του είναι η προβολή Ευρωπαϊκών παραγωγών σε κινηματογράφο, ντοκιμαντέρ και σχόλιο. Παρότι το ποσοστό αγοράς του καναλιού δεν είναι μεγάλο, έχει μεγάλη επιρροή στη δημόσια γνώμη στις δυο χώρες.

Εκπέμπει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στα Γαλλικά και στα Γερμανικά. Οι εκπομπές πωλούνται και σε άλλα κανάλια.

Τράπεζα της Κύπρου: Έρευνα για την πώληση κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα

Σε έρευνα σχετικά με την πώληση των υποκαταστημάτων των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα ανακοίνωσε ότι προχωρεί η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ανακοινώνοντας ταυτόχρονα ότι το ΔΣ της ΚΤΚ αποφάσισε ομόφωνα την πλήρη αναδιοργάνωση και εκσυγχρονισμό της Τράπεζας. Η ανακοίνωση έγινε σχεδόν ταυτόχρονα με την κυκλοφορία του ντοκιμαντέρ.

Σε απάντηση πρόσφατων αναφορών στον Τύπο για τις έρευνες που διεξάγονται για το σκάνδαλο της οικονομίας και τα θέματα διακυβέρνησης και αναδιάρθρωσης της, η ΚΤΚ εξέδωσε ανακοίνωση τεσσάρων σημείων αναφορικά με τις αποφάσεις που έλαβε τόσο για το θέμα της έκτακτης ρευστότητας από την ΕΚΤ όσο και για την πώληση των υποκαταστημάτων στην Ελλάδα και για την αναδιοργάνωση του οργανισμού.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, ήδη διεξάγεται έρευνα για την Έκτακτη Παροχή Ρευστότητας (ELA) ως έχει ανακοινωθεί στις 21 Νοεμβρίου 2014.

Αναφέρεται ακόμη ότι η ΚΤΚ έχει ήδη προχωρήσει με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της, ημερομηνίας 12 Νοεμβρίου 2014, στις διαδικασίες διεξαγωγής έρευνας σχετικά με την πώληση των υποκαταστημάτων των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα το Μάρτιο 2013.

Σημειώνεται πως σύμφωνα με γερμανικά ΜΜΕ η ΕΚΤ, σε συνεργασία με τους υπουργούς οικονομικών της Ευρωζώνης (Euro Group), φαίνεται πωςυποχρέωσαν τις τρεις μεγάλες τράπεζες της Κύπρου το Μάρτιο του 2013, να πουλήσουν τα υποκαταστήματα τους στην Ελλάδα στην Τράπεζα Πειραιώς – σε μία εξευτελιστική τιμή, με αποτέλεσμα να ζημιωθούν κατά το ποσόν των 3,4 δις €.   



Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015

Με το δάχτυλο στη σκανδάλη η Τουρκία..

ΕΡΝΤΟΓΑΝ
Σε θέσεις μάχης για ενδεχόμενη εισβολή στη Συρία βρίσκονται πλέον οι στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίαςκαι της Ιορδανίας. Στόχος είναι η δημιουργία κατεχόμενων ζωνών στα βόρια και στα νότια της χώρας. Σύμφωνα με τις πληροφορίες ο ίδιος ο πρόεδρος Ερντογάν έχει διατάξει τις ένοπλες δυνάμεις της Τουρκίας να αποτρέψουν «με κάθε κόστος το σχηματισμό ενός κουρδικού κράτους». Διαλύοντας τις προφάσεις της Ουάσιγκτον, ότι η μάχη στην περιοχή γίνεται για τον έλεγχο του ISIS, η Άγκυρα δεν κρύβει πλέον το μοναδικό της στόχο στην περιοχή.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, τις οποίες δεν έχει επιβεβαιώσει ακόμη η τουρκική κυβέρνηση, ο Ερντογάν προέδρευσε έκτακτου συμβουλίου εθνικής ασφάλειας το οποίο αποφάσισε την ανάπτυξη 18.000 στρατιωτών για την ενίσχυση των περιοχών στα σύνορα της χώρας με τη Συρία. Με τον τρόπο αυτό, η Άγκυρα απαντά ουσιαστικά στις πρόσφατες νίκες που σημείωσαν οι δυνάμεις των σύρων ανταρτών του YPC καταλαμβάνοντας τη ν πόλη Ταλ Αμπιάντ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι 18.000 στρατιώτες που θέλει να στείλει η Τουρκία στη Συρία θα ελέγχουν μια λωρίδα 3.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που κατέχει τώρα το Ισλαμικό Κράτος. Η προβλεπόμενη ουδέτερη ζώνη θα εκτείνεται από την πόλη Κομπάνι στα ανατολικά, που ελέγχεται από τους Κούρδους, μέχρι την πόλη Μάρε, που ελέγχεται από τον φιλοδυτικό Ελεύθερο Συριακό Στρατό και άλλες αντάρτικες οργανώσεις.
Με υτις πρόσφατες νίκες του το YPC ανοίγει το δρόμο για τη συνένωση περιοχών στη βόρεια και βορειοανατολική Συρία που θα ξεκινούν από το Κομπάνι και θα φτάσνουν μέχρι την ανατολική πόλη την Χαζάκα. Για πρώτη φορά στην ιστορία των τελευταίων δεκαετιών δημιουργούνται θεωρητικά τουλάχιστον οι συνθήκες για τη συνένωση κουρδικών πληθυσμών στη Συρία, την Τουρκία, το Ιράκ και το Ιράν που θα μπορούσαν να αποτελέσουν και ανεξάρτητο κράτος. Τα τουλάχιστον τριάντα εκατομμύρια Κούρδοι που ζουν ως μειονότητες στις τρεις αυτές χώρες μπορεί να χωρίζονται μεταξύ τους σε ομάδες που έχουν εμπλακεί ακόμη και σε πολεμικές αναμετρήσεις αλλά δεν παύουν να αποτελούν ένα ενιαίο εθνικό σώμα που, μπορεί να ανατρέψει ισορροπίες δεκαετιών στη Μέση Ανατολή.
Προκειμένου να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο η Τουρκία δείχνει διατεθειμένη να προχωρήσει σε κάθε είδους στρατιωτικές κινήσεις και επιχειρήσεις αποσταθεροποίησης με πρώτο βήμα την περαιτέρω ενίσχυση των τζιχαντιστών. Πρόκειται για την ίδια πρακτική που ακολούθησε εδώ και χρόνια σε συνεργασία με την Ουάσιγκτον και μοναρχίες του Περσικού Κόλπου και η οποία  οδήγησε τελικά στη δημιουργία του ISIS.
Προς το παρόν πάντως η Ουάσιγκτον δεν φαίνεται να έχει δώσει πράσινο φως για τα τουρκικά σχέδια. Ο εκπρόσωπος του Στείτα Ντιπάρτμεντ, Τζόν Κίρμπι, σημείωσε: «Όλοι βλέπουν την πρόκληση που αντιμετωπίζει η Τουρκία, όμως, το Πεντάγωνο ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει ανάγκη για «ουδέτερη ζώνη» αυτή την περίοδο και πως η χρήση συμμαχικών στρατιωτικών δυνάμεων για τη δημιουργία της θα ήταν τρομερή απώλεια χρόνου, πόρων και προσπάθειας».
Η Τουρκία γνωρίζει πολύ καλά, ήδη από τα χρόνια του ……Λόρενς της Αραβίας, ότι δεν έχει καμία ελπίδα να επηρεάσει τις εξελίξεις σε μια αραβική χώρα εάν δεν έχει εξασφαλίσει τη συνεργασία μιας άλλης αραβικής δύναμης, Για το λόγο αυτό εκτός από τη συνεργασία με τη Ιορδανία έχει συνάψει εδώ και μήνες μια άτυπη συμμαχία με τη Σαουδική Αραβία με στόχο την ανατροπή του καθεστώτος Ασάντ στη Συρία.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν πληροφορίες του γαλλικού πρακτορείου ειδήσεων ότι το Ριάντ επιχειρεί να συνενώσει το σύνολο των ανταρτών που μάχονται το καθεστώς Άσαντ και για το λόγο αυτό θα οργανώσει μεγάλη συνάντηση εκπροσώπων τους στα μέσα Ιουνίου. Καταλύτη σε αυτή την προσπάθεια αποτελεί το γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία δεν αντιμετωπίζει πλέον την Μουσουλμανική Αδελφότητα σαν εχθρό και έτσι μπορεί να ανεχθεί τη συνένωση δυνάμεων που μέχρι πρότινος μάχονταν μεταξύ τους. Αυτή η εξέλιξη όμως, στα πεδία των μαχών φέρνει πολύ πιο κοντά και τους βασικούς «χορηγούς» των αντάρτικών ομάδων, δηλαδή την Τουρκία, τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ.
Όπως εξηγούσαν πρόσφατα αναλυτές της επιθεώρησης γεωστρατηγικών μελετών Stratfor (που συνδέεται με τις αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες και κυρίως την CIA) η νέα συμμαχία της Τουρκίας με τη Σαουδική Αραβία δεν μπορεί να έχει βάθος χρόνου καθώς και οι δύο δυνάμεις δίνουν μάχη για την κυριαρχία στη Μέση Ανατολή. Σε επίπεδο τακτικής όμως, η προσέγγιση είναι αρκετή για να ανατρέψει ισορροπίες δεκαετιών στην περιοχή.
Σε ό,τι αφορά το μέτωπο της Ιορδανίας δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάθε στρατιωτική επέμβαση  θα αποτελεί ουσιαστικά συγκαλυμμένη αμερικανική επιχείρηση. Οι ένοπλες δυνάμεις της Ιορδανίας αποτελούν εδώ και χρόνια βραχίονα του αμερικανικού Πενταγώνου. Σε ενδεχόμενη εισβολή μάλιστα αναμένεται να χρησιμοποιηθούν ειδικές μονάδες που εκπαιδεύονται εδώ και χρόνια σε ιθορδανικό έδαφος από αμερικανικούς αξιωματικούς και με χρηματοδότηση της CIA που πιστεύεται ότι φτάνει το ένας  δολαρίων που έχει δαπανήσει η CIA το τελευταίο διάστημα για την ανατροπή του Ασάντ.
Όλα τα σενάρια που απεργάζονται οι βασικοί παίκτες του δράματος της Τουρκίας θα οδηγήσουν δυστυχώς σε νέα κόμματα προσφύγων τόσο προς την Τουρκία όπου έχει καταλήξει μέχρι στιγμής το μεγαλύτερο τμήμα των προσφυγικών ροών όσο και στις ακτές της Ευρώπης. Εκπρόσωπος του ΟΗΕ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τη σίτιση 500.000 σύρων προσφύγων, που βρίσκονται σε καταυλισμούς του ΟΗΕ που έχουν στηθεί σε γειτονικές χώρες όπως η Ιορδανία και η Τουρκία, λόγω της έλλειψης επαρκών πόρων στα ειδικά ταμεία του ΟΗΕ.  

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2015

Οι νεοναζί βγήκαν... παγανιά στο Μαϊντάν



Το παραδοσιακό συγχαρητήριο μήνυμα για την Ημέρα της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ αξιοποίησε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, για να καλέσει την Ουάσινγκτον σε «διάλογο βασισμένο στην ίση μεταχείριση και τον αμοιβαίο σεβασμό», όσον αφορά το ουκρανικό πρόβλημα.
Στον χαιρετισμό του προς τον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, ο Πούτιν πρόσθεσε ότι οι αμερικανο-ρωσικές σχέσεις παραμένουν σημαντικές για την επίλυση παγκόσμιων κρίσεων και πρωτίστως τη σύγκρουση στην Ουκρανία, αμυντικά ζητήματα και τη δημοκρατία. Πάντως ο Πούτιν εξέφρασε την πεποίθηση ότι «οι δυο χώρες θα μπορούσαν να βρουν λύσεις στα πιο περίπλοκα διεθνή ζητήματα και να απαντήσουν μαζί στις παγκόσμιες απειλές και προκλήσεις, αν βασίσουν τη σχέση τους στις αρχές της ισότητας και του αλληλοσεβασμού των συμφερόντων τους».
Στο «φιλικό» προεδρικό μήνυμα προς τις ΗΠΑ, ο «τσάρος» απέφυγε να αναφερθεί στις δυτικές οικονομικές και ταξιδιωτικές κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία για τον ρόλο της στην ουκρανική κρίση και την ντε φάκτο προσάρτηση της Κριμαίας. Ομως, λίγες ώρες νωρίτερα, μιλώντας στο ρωσικό Συμβούλιο Ασφαλείας, ο Πούτιν τόνισε πως η Δύση προσπάθησε να διχάσει με τις κυρώσεις τη ρωσική κοινωνία, επειδή την εκνευρίζει η ανεξαρτησία με την οποία το Κρεμλίνο προστατεύει τα ρωσικά συμφέροντα, αλλά απέτυχε σε αυτόν της τον σκοπό.
Αφησε, επίσης, να εννοηθεί πως ετοιμάζει νέα, στοχευμένα αντίμετρα ενάντια στις πιο προκλητικά αντιρωσικές χώρες, όπως είναι η Φινλανδία και/ή η Πολωνία. Υπογράμμισε ακόμη πως η πρόσφατη απόφαση της Ε.Ε. για επέκταση των κυρώσεων έως το τέλος του έτους είναι μια ένδειξη πως «ορισμένοι από τους γεωπολιτικούς μας αντιπάλους δεν έχουν σκοπό να αντιστρέψουν την ανοίκεια στάση τους στο κοντινό μέλλον»...
Ολα αυτά συμβαίνουν ενώ το φιλοδυτικό καθεστώς του Κιέβου παρουσιάζει σοβαρές εσωτερικές ρηγματώσεις: το βράδυ της Παρασκευής, περισσότεροι από χίλια μέλη του νεοναζιστικου «Δεξιού Τομέα», μεταξύ των οποίων και πολλοί «εθελοντές» (διάβαζε: μισθοφόροι) της «ταξιαρχίας του Αζόφ» και των άλλων πολιτοφυλακών που κατηγορούνται για εγκλήματα πολέμου κατά αμάχων στις εξεγερμένες ανατολικές επαρχίες πραγματοποίησαν πορεία στο κέντρο της πρωτεύουσας, που κατέληξε στην πλατεία Μαϊντάν.
Υπό τη διακριτική παρακολούθηση της αστυνομίας, οι νεοναζί απαίτησαν από την κυβέρνηση Ποροσένκο - Γιάτσενιουκ την άμεση εγκατάλειψη της συμφωνίας του Μινσκ και της εκεχειρίας, και την επανάληψη των εχθροπραξιών για την «απελευθέρωση» του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ από τους «Ρώσους εισβολείς».
Ανάμεσα στα αιτήματα του «Δεξιού Τομέα» είναι ο άμεσος εξοπλισμός των «πολιτοφυλακών» –που σταδιακά ενσωματώνονται στην ουκρανική Εθνοφρουρά, δηλαδή τον τακτικό στρατό, και πρόσφατα εκπαιδεύτηκαν από Αμερικανούς κομάντος-«συμβούλους»– με σύγχρονο οπλισμό, η άμεση εκτέλεση των «προδοτών» συνεργατών του ανατραπέντος πρόεδρου Γιανούκοβιτς, η τοποθέτηση «πατριωτών» στο υπουργείο Αμύνης, και βέβαια η ακύρωση όλων των συμφωνιών με τη Ρωσία. «Αν η κυβέρνηση δεν υλοποιήσει αμέσως αυτά τα αιτήματα, θα καταρρεύσει πολύ σύντομα», προειδοποίησαν οι ακροδεξιοί νοσταλγοί των Waffen SS.
H «μαύρη» πορεία στο Κίεβο συνέπεσε με την αποκάλυψη από Ουκρανούς χάκερ απόρρητης έκθεσης της Εισαγγελίας του Κιέβου, που συμπεραίνει ότι οι νεοναζιστικές ομάδες σε συνεργασία με μέλη των μυστικών υπηρεσιών λειτουργούν όλο αυτό το διάστημα ως συμμορίες του οργανωμένου εγκλήματος, εκμεταλλευόμενες την κρίση για να επιδοθούν σε σειρά ληστειών, απαγωγών και δολοφονιών. Οι χιτλερικοί λειτουργούν «με απόλυτη ασυλία, πέρα από κάθε κυβερνητικό έλεγχο ή ηθικό κώδικα», σύμφωνα με την έκθεση, που αναφέρεται μεταξύ άλλων και στην περσινή σφαγή στο Εργατικό Κέντρο της Οδησσού.  

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015

Στη Λατινική Αμερική, αναμέτρηση των κυβερνήσεων με τους μεγιστάνες του Τύπου...




Στη μάχη που τις φέρνει αντιμέτωπες με τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης, οι λατινοαμερικανικές κυβερνήσεις που έχουν αποφασίσει να ρυθμίσουν το τοπίο της ενημέρωσης βρήκαν πρόσφατα απροσδόκητους συμμάχους : ορισμένα επιφανή στελέχη των Βρετανών Συντηρητικών. Οι παρεκτροπές του ομίλου Μέρντοχ τους έπεισαν ότι κανείς δεν πρέπει να περιμένει από τις επιχειρήσεις του Τύπου να αυτορυθμιστούν.

Μερικούς μήνες πριν την αποχώρησή του από το προεδρικό μέγαρο του Πλανάλτο, ο πρόεδρος της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα παρουσίαζε νομοσχέδιο για τη ρύθμιση του κλάδου των μέσων ενημέρωσης στη χώρα του. Το κείμενο, που πρότεινε μέτρα ρύθμισης του περιεχομένου των προγραμμάτων, όπως την απαγόρευση εγκωμιασμού του ρατσισμού και των σεξουαλικών διακρίσεων, σκόπευε, επίσης, να περιορίσει τη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης σε μια χώρα όπου δεκατέσσερις οικογενειακοί όμιλοι ελέγχουν το 90% της αγοράς της επικοινωνίας. Τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης διαμαρτυρήθηκαν για το σχέδιο νόμου, το οποίο έκριναν ότι είναι «αυταρχικό» και ότι θα μπορούσε να θέσει την ενημέρωση «κάτω από πολιτικό έλεγχο». 
Τον Ιανουάριο του 2011, το νομοσχέδιο εγκαταλείφθηκε. Ο Λούλα, όμως, είχε καταφέρει να υπογραμμίσει τη σοβαρότητα του ζητήματος που εδώ και μερικά χρόνια ταλανίζει τις κυβερνήσεις των χωρών της περιοχής. Μπορεί, άραγε, η ελευθερία της έκφρασης να υπάρχει χωρίς ένα ρυθμιστικό πλαίσιο και χωρίς τις πολιτικές αποφάσεις που θα την εγγυώνται;
«Υπάρχει ένας ακατάλυτος δεσμός αλληλεξάρτησης μεταξύ δημοκρατίας, Τύπου και ελεύθερης ιδιωτικής επιχείρησης», εκτιμά στις 27 Ιουνίου 2012 ο Ρομπέρτο Σιβίτα, διευθυντής του βραζιλιάνικου περιοδικού Veja, ενός από τα πιο δημοφιλή περιοδικά στη Λατινική Αμερική. Με λίγα λόγια, η προάσπιση της ελευθερίας της έκφρασης ανάγεται στην προάσπιση της ελευθερίας των επιχειρήσεων, ξεκινώντας από τις επιχειρήσεις στον χώρο του Τύπου. Τι γίνεται, όμως, όταν το πρόγραμμα που οδηγεί στην εκλογή ενός πολιτικού ηγέτη τον υποχρεώνει να παρενοχλήσει τα συμφέροντα του ιδιωτικού τομέα ή των ιδιοκτητών των μέσων ενημέρωσης; Με τον ερχομό στην εξουσία πολιτικών ηγετών αποφασισμένων να (προσπαθήσουν να) γυρίσουν τη σελίδα του νεοφιλελευθερισμού και με την αποδυνάμωση των κομμάτων που παραδοσιακά στηρίζουν την ελίτ, τα λατινοαμερικανικά μέσα ενημέρωσης μοιάζουν να έχουν αναλάβει μια αποστολή που η Τζουντίθ Μπρίτο, διευθύντρια της βραζιλιάνικης συντηρητικής εφημερίδας «Folha de Sao Paulo» περιγράφει ως εξής: «Από τη στιγμή που η αντιπολίτευση έχει δεχθεί βαρύ πλήγμα, τον ρόλο αυτό πρέπει να τον παίξουν, εκ των πραγμάτων, τα μέσα ενημέρωσης». Και, ορισμένες φορές, τον παίζουν με αξιοσημείωτη ευρηματικότητα.

Ισχυρό χαρτί για τα πραξικοπήματα
Τον Φεβρουάριο του 2011, ο Εμίλιο Παλάσιο, αρθρογράφος της συντηρητικής εφημερίδας του Ισημερινού «El Universo», χαρακτηρίζει τον πρόεδρο Ραφαέλ Κορέα «δικτάτορα», κατηγορώντας τον ότι «διέταξε πυρ χωρίς προειδοποίηση κατά ενός νοσοκομείου γεμάτου με πολίτες». Η πληροφορία είναι ανακριβής.
Έναν χρόνο αργότερα, έρευνα της βρετανικής εφημερίδας « The Guardian » αποκαλύπτει ότι η Televisa, το μεγαλύτερο μεξικανικό τηλεοπτικό δίκτυο, με περίπου 70% ακροαματικότητα, προσέφερε με το αζημίωτο τις υπηρεσίες του στο Θεσμικό Επαναστατικό Κόμμα (PRI, κεντροδεξιό), για να « βελτιώσει την εθνική απήχηση » του υποψηφίου του στις προεδρικές εκλογές του 2012, του Ενρίκε Πένια Νιέτο, αφού είχε πρώτα θέσει σε εφαρμογή στρατηγική « υπονόμευσης » του αριστερού αντιπάλου του, Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ [1].
Το 2002, ο Βενεζουελάνος υποστράτηγος Βίκτορ Ραμίρες Πέρες, εξέφραζε την ικανοποίησή του για το (προσωρινό) πραξικόπημα, το οποίο, χάρη στην άμεση συνεργασία των μεγάλων μέσων ενημέρωσης, μόλις είχε ανατρέψει τον πρόεδρο Ούγο Τσάβες. 
Σε ζωντανή μετάδοση στο Venevisión –το τηλεοπτικό κανάλι του πλουσιότερου ανθρώπου της χώρας, του Γουστάβο Σισνέρος-, ο υποστράτηγος δηλώνει : « Είχαμε ένα μεγάλο όπλο : τα μέσα ενημέρωσης. Και, αφού μου δίνεται η ευκαιρία, θα ήθελα να σας συγχαρώ [2] ».
« Όταν η υπεράσπιση των οικονομικών συμφερόντων τους έρχεται σε αντίθεση με το γενικό συμφέρον, τα μέσα ενημέρωσης μετατρέπονται σε ο,τιδήποτε εκτός από παραδείγματα δημοκρατικής αρετής [3] », συνοψίζουν οι ερευνητές Ελίζαμπεθ Φοξ και Σίλβιο Γουάιζμπορντ. Χωρίς αμφιβολία, παραπλήσιες διαπιστώσεις οδήγησαν τελικά ορισμένες κυβερνήσεις στην προώθηση της ρύθμισης του κλάδου των μέσων ενημέρωσης. Τέτοιου είδους σχέδια, βέβαια, περίμεναν για πολύ καιρό στα συρτάρια των υπουργείων.
Από το 1966, ο Κάρλος Αντρές Πέρες, ο οποίος δεν έχει ακόμη γίνει πρόεδρος, αλλά είναι επικεφαλής της επιτροπής εσωτερικής πολιτικής του Κονγκρέσου της Δημοκρατίας της Βενεζουέλας, προτείνει μία μεταρρύθμιση του νόμου περί τηλεπικοινωνιών του 1940 (δηλαδή πριν ακόμη την είσοδο της τηλεόρασης στη χώρα). Το κείμενο αμέσως χαρακτηρίζεται « νόμος-φίμωτρο » και απορρίπτεται. Την ίδια τύχη είχαν και όλα τα σχέδια που ακολούθησαν. 
Στην Αργεντινή, τη δεκαετία του 1980 και του 1990, διάφορες απόπειρες να εκσυγχρονιστεί η νομοθεσία που αφορούσε τα μέσα ενημέρωσης και χρονολογείτο από το 1980, δηλαδή από την εποχή της δικτατορίας, απέτυχαν, καθώς καταπνίγηκαν από τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης της χώρας.
Παρά την αντίσταση αυτή, η βούληση ρύθμισης του πλαισίου λειτουργίας της ενημερωτικής βιομηχανίας δεν πρέπει να θεωρηθεί απλώς « προϊόν μιας ιδεολογικής τοποθέτησης », παρατηρεί η ερευνήτρια Έρικα Γκεβάρα. Η βούληση ρύθμισης του ενημερωτικού τοπίου τροφοδοτείται, επίσης, « από την απαίτηση διαφορετικών τομέων της βιομηχανίας των μίντια που προέρχεται από την ισχυρή διεθνή πίεση, η οποία συνδέεται με την έκρηξη των νέων τεχνολογιών ενημέρωσης και επικοινωνίας και με την είσοδο νέων παικτών στην αγορά [4] ». Οι νέοι παίκτες δεν επιθυμούν τα κενά της νομοθεσίας να ευνοήσουν τους πιο μεγάλους : οι ισχύουσες νομοθεσίες, κατά κανόνα ασαφείς και αυταρχικές, στην πράξη δεν εφαρμόζονται πια από τη δεκαετία του 1990, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο σε μια δράκα αυλικών της εξουσίας, οι οποίοι, επιπλέον, έχουν επωφεληθεί από τις πολιτικές των ιδιωτικοποιήσεων και της απορρύθμισης.
Αποτέλεσμα ; Στη Βραζιλία, όπου οι μεγιστάνες του Τύπου ελέγχουν το 10% των εδρών του κοινοβουλίου και το 30% της Γερουσίας, ο όμιλος Globo είχε στον έλεγχό του, το 2006, « το 61,5% στον χώρο των τηλεοπτικών καναλιών » και « το 40,7% της συνολικής κυκλοφορίας των εφημερίδων » [5]. Με περισσότερα από εκατόν είκοσι κανάλια στον κόσμο, ο τηλεοπτικός γαλαξίας του μεγιστάνα Ρομπέρτο Μαρίνιο (του οποίου τον θάνατο, το 2003, ο πρόεδρος Λούλα τίμησε κηρύσσοντας τριήμερο εθνικό πένθος) ενημερώνει περισσότερους από εκατόν είκοσι εκατομμύρια ανθρώπους καθημερινά.
Οι εθνικής κυκλοφορίας εφημερίδες της Χιλής ανήκουν όλες είτε στον επιχειρηματία Αγουστίν Έντουαρντς, επικεφαλής του ομίλου El Mercurio, είτε στον τραπεζίτη Αλβάρο Σαϊέ, πρόεδρο του Consorcio periodístico de Chile SA (Copesa) [6].
Με εξήντα επιχειρήσεις σε σαράντα χώρες και σχεδόν 30.000 εργαζόμενους, ο όμιλος του Σισνέρος έχει πρόσβαση σε περισσότερους από 500 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Το κανάλι του Venevisión κατέχει το 67% του μεριδίου τηλεθέασης στη Βενεζουέλα, αλλά ο Σισνέρος διατηρεί συμφέροντα και στο Caracol TV της Κολομβίας, καθώς και στο ψηφιακό κανάλι DirecTV, το οποίο εκπέμπει σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική.

Στην Αργεντινή, το μεγαθήριο Clarín αντιπροσωπεύει περίπου το 60% του συνόλου του ενημερωτικού τομέα. Είναι ο μεγαλύτερος πάροχος καλωδιακής τηλεόρασης και επίσης εκδίδει δεκατέσσερις εφημερίδες και ελέγχει αρκετές δεκάδες ραδιοφωνικούς σταθμούς εθνικής εμβέλειας, συγκροτώντας ένα σύνολο σχεδόν διακοσίων πενήντα επιχειρήσεων ενημέρωσης. Καταστάσεις που, στη Λατινική Αμερική, αποτελούν μάλλον τον κανόνα παρά την εξαίρεση.
Έτσι, μετά από μια πρώτη περίοδο όπου χρειάστηκε να επιδιώξουν τη συναίνεση (όπως έγινε με μία ανεπίσημη συνάντηση του Τσάβες με τον Σισνέρος, το 1999), οι προοδευτικοί ηγέτες της Λατινικής Αμερικής επανέφεραν την ιδέα της ρύθμισης του χώρου της ενημέρωσης από το κράτος. Στις 8 Δεκεμβρίου 2004, ο Τσάβες υπέγραφε το διάταγμα εφαρμογής του νόμου για την κοινωνική υπευθυνότητα του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης (του οποίου η ισχύς επεκτάθηκε και για το Διαδίκτυο, τον Δεκέμβριο του 2010), σκοπεύοντας στη ρύθμιση του περιεχομένου των προγραμμάτων. Εκτός του ότι επέβαλλε ελάχιστο υποχρεωτικό ποσοστό εθνικών προγραμμάτων, ο νόμος επιχειρούσε να εναρμονίσει τη νομοθεσία της Βενεζουέλας με τη σύμβαση των αμερικανικών χωρών για τα ανθρώπινα δικαιώματα : ρυθμίζει τη μετάδοση εικόνων με σεξουαλικό ή βίαιο χαρακτήρα (απαγορεύεται μεταξύ 7 το πρωί και 11 το βράδυ) και απαγορεύει τη διαφήμιση για προϊόντα αλκοόλ και καπνού. Αλλά οι ρυθμίσεις πάνε μακρύτερα, τιμωρούν τα μηνύματα που « προωθούν το μίσος και τη μισαλλοδοξία σε ζητήματα θρησκείας, πολιτικών απόψεων, φύλου, τα ρατσιστικά και ξενοφοβικά μηνύματα, τα μηνύματα που προκαλούν άγχος στον πληθυσμό », καθώς και τη μετάδοση… « ψευδών » πληροφοριών. Τον Νοέμβριο του 2010, η Βολιβία ψήφισε αντίστοιχο νόμο, ο οποίος, όμως, περιοριζόταν « στην καταπολέμηση του ρατσισμού και κάθε μορφής διακρίσεων », ενώ το Σύνταγμα του Ισημερινού, που υιοθετήθηκε το 2008, καταδικάζει τις εσφαλμένες πληροφορίες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν « κοινωνική αναταραχή ».

Αριστερό κροσέ
Θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει, όπως κάνει ο διευθυντής του τμήματος Λατινικής Αμερικής της οργάνωσης Human Rights Watch Χοσέ Μιγέλ Βιβάνκο, ότι « το δικαίωμα στην ενημέρωση περιλαμβάνει κάθε είδους πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων και όσων (…) μπορεί να αποδειχτούν “εσφαλμένες”, “ψεύτικες” ή “ελλειπείς” [7] ». Για να λάβει την απάντηση ότι, το 2002, ακριβώς μια « ψεύτικη » πληροφορία, η οποία μεταδόθηκε εσκεμμένα από τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης της Βενεζουέλας και σύμφωνα με την οποία υποστηρικτές του προέδρου Τσάβες άνοιξαν πυρ κατά του πλήθους, αποτέλεσε το έναυσμα για το (αποτυχημένο) πραξικόπημα κατά του ηγέτη της Βενεζουέλας. Όμως, η συζήτηση για το περιεχόμενο των προγραμμάτων αποτελεί, άραγε, το πιο πρόσφορο μέσο για να επιτευχθεί ο επιδιωκόμενος μετασχηματισμός του χώρου των μέσων ενημέρωσης ;
« Η χειρότερη κατάσταση », παρατηρεί ο Αράμ Αχαρονιάν, διευθυντής του μηνιαίου περιοδικού της Βενεζουέλας « Question », « θα ήταν να πληρώνουμε το πολιτικό κόστος μέτρων που καταγγέλλονται ως αυταρχικά (…) χωρίς τα μέτρα αυτά να επιφέρουν σημαντική πρόοδο ». Σύμφωνα με τον Αχαρονιάν, αντί για το περιεχόμενο των προγραμμάτων, θα πρέπει οι κυβερνήσεις να εγκύψουν στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των ομίλων ενημέρωσης : « Διαφορετικά, το 80% του κοινού θα παραμείνει στα χέρια των μονοπολιακών δομών των ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης [8] ».
Το 2009, η Αργεντινή επέλεξε να ξεκινήσει μια τέτοιου τύπου διαδικασία. Τον Οκτώβριο του 2009, τέθηκε σε ισχύ ο νόμος για « την ιδιοκτησιακή αποσυγκέντρωση » των μέσων ενημέρωσης, με τον οποίο περιορίζεται ο αριθμός των αδειών εκπομπής που μπορεί να διαθέτει ένας όμιλος, ορίζεται στο 35% το μερίδιο ακροαματικότητας που μπορεί να έχει και μειώνει την περίοδο ισχύος των αδειών από 20 σε 10 χρόνια. Το κείμενο του νόμου, που κατοχυρώνει την επικοινωνία ως « δημόσιο αγαθό », χωρίζει το ραδιοηλεκτρικό φάσμα σε τρία μέρη : ένα προορίζεται για τον ιδιωτικό τομέα, ένα για το κράτος και ένα για τον μη κερδοσκοπικό τομέα της οικονομίας. Ο ειδικός απεσταλμένος των Ηνωμένων Εθνών για την προώθηση της ελευθερίας γνώμης και έκφρασης Φρανκ Λα Ρι, ελάχιστα ευαίσθητος στις διαμαρτυρίες των αφεντικών του Τύπου, θεωρεί το νομοσχέδιο « σημαντικό βήμα στον αγώνα κατά της ιδιοκτησιακής συγκέντρωσης των μέσων ενημέρωσης [9] ». Στον Ισημερινό, η προτροπή του Λα Ρι να χρησιμεύσει ο συγκεκριμένος νόμος ως « υπόδειγμα » εισακούστηκε : το Κίτο συζητά (από το 2009 !) νομοσχέδιο που υιοθετεί τις βασικές κατευθύνσεις του αργεντίνικου νομοθετήματος.
Οι περισσότερες χώρες της περιοχής προσπάθησαν να αποδυναμώσουν την κυριαρχία του ιδιωτικού τομέα στα μέσα ενημέρωσης, θέτοντας σε λειτουργία τόσο δημόσια όσο και μη κερδοσκοπικά μέσα πληροφόρησης ή ενισχύοντας τα ήδη υπάρχοντα. Οι προσπάθειες αυτές, όμως, δεν απέφεραν πάντα καρπούς.
Κατ’ αρχήν, από την άποψη του πλουραλισμού, καθώς οι νέες αυτές επιχειρήσεις ενημέρωσης, ορισμένες φορές, δεν αντιστέκονται στον πειρασμό να ανταποδώσουν τις παρεκτροπές των ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης, αναπαράγοντας μερικές από τις παθογένειές τους : τα στελέχη της Αριστεράς « γενικά θεωρούν ότι χρειάζονται πολλές απλουστεύσεις, υπερβολές και επαναλήψεις για να ισοφαριστεί η προπαγάνδα της άλλης πλευράς », αναφέρει με σαρκασμό ο Αμερικανός αναλυτής Κεν Ναμπ. « Κάτι τέτοιο είναι σαν να λέμε ότι ένας πυγμάχος ζαλισμένος από ένα δεξί κροσέ θα συνέλθει εάν δεχτεί και ένα καλό αριστερό [10] ».
Στη συνέχεια, από την άποψη της επιρροής τους. Μελέτη του Centre for Economic Policy Research (CEPR) δείχνει ότι μεταξύ 2000 και 2010, η ακροαματικότητα των δημόσιων τηλεοπτικών δικτύων στη Βενεζουέλα πέρασε από το 2,04% στο 5,4% [11]. Η θαρραλέα γενική μεταρρύθμιση του νομικού πλαισίου για τις τράπεζες, το 2010, η οποία, ακολουθώντας το παράδειγμα διάταξης του Συντάγματος του Ισημερινού, απαγορεύει στους μετόχους χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων να κατέχουν μέσα ενημέρωσης, οπωσδήποτε δεν θα είναι αρκετή για να αντιστρέψει την κατάσταση.
Ωστόσο, αναρωτιέται ο Αχαρονιάν, « αφού η κοινωνία μας υποτίθεται ότι προχωρά προς τον σοσιαλισμό », δεν θα έπρεπε η Βενεζουέλα να καταργήσει τη χορήγηση συχνοτήτων και αδειών εκμετάλλευσης του ραδιοηλεκτρικού φάσματος σε ιδιωτικά συμφέροντα ; « Δεν θα έπρεπε να φανταζόμαστε, στη θέση τους, ένα και μοναδικό μεγάλο δημόσιο χώρο (…), ρυθμισμένο και αυτόν με τρόπο που να εγγυάται τη δημοκρατική χρήση του ; ». Από τη στιγμή που η ελευθερία έκφρασης δεν θα συγχεόταν πια με την ελευθερία των ιδιωτικών επιχειρήσεων ενημέρωσης, δεν θα χρειαζόταν πια ρύθμιση.
[1] Jo Tuckman, « Computer files link TV dirty tricks to favourite for Mexico presidency », « The Guardian », Λονδίνο, 8 Ιουνίου 2012.
[2] Βλ. Maurice Lemoine, « Στα εργαστήρια του ψέματος στη Βενεζουέλα », « Le Monde diplomatique »-« ΚΕ », 11-08-02.
[3] Elizabeth Fox και Silvio Waisbord (διευθ.), « Latin Politics, Global Media », University of Texas Press, Όστιν, 2002.
[4] Erica Guevara, « “Téléprésidents” ou “média-activistes” de gauche ? », στο Olivier Dabène (διευθ.), « La Gauche en Amérique latine, 1998-2012 », Presses de Sciences Po, Παρίσι, 2012.
[5] Giancarlo Summa, « Le Rôle politique de la presse au Brésil », Institut des hautes études de l’Amérique latine, Παρίσι, 2009.
[6] Βλ. Ernesto Carmona, « Chile. Los amos de la prensa », América latína en movimiento (ALAI), 23 Οκτωβρίου 2012.
[7] « Venezuela : Limit state control of media », ανοικτή επιστολή στον Ούγο Τσάβες, 1η Ιουλίου 2003.
[8] Aram Aharonian, « Democratizar las comunicaciones sí, pero…¿sabemos cómo y para qué ? », ALAI, 25 Αυγούστου 2009.
[9] Αναφέρεται στο Marcela Valente, « Nueva ley de medios audiovisuales », Inter Press Service (IPS), 10 Οκτωβρίου 2009.
[10] Αναφέρεται στο Rafael Uzcátegui, « Venezuela : révolution ou spectacle ? », Spartacus, Παρίσι, 2011.